12 Ιαν 2013

Σεβίγια Χλωμό της Γης Φεγγάρι





Στάθηκε στο κέντρο του Κενού απλώνοντας τα χέρια της σαν να αγκάλιαζε την έλλειψη. Τα μαλλιά της ανέμιζαν σαν αγριεμένα μαστίγια και στο πρόσωπό της ζωγραφιζόταν η νεκρή Μαντόνα των δομινικανών. Η Ιερά Εξέταση των άδειων σημείων την είχε αφήσει τελευταία. Σε λίγες ώρες θα περνούσε και η ίδια στην ανυπαρξία. Οι καμπάνες του καμπούρη χρόνου χτυπούσαν ασταμάτητα και η μέρα είχε ενωθεί εις γάμου κενότητας με την νύχτα.
Οι στιγμές πάντα την καραδοκούσαν αφήνοντάς την έρμαιο των τελεσμένων. Λες και έπινε νύχτα για πρωινό και την καθόριζε στην προσομοίωση της εκφοράς του ονόματός της. Όλο το αλφάβητο των δρόμων μύριζε από τα γράμματά της και τα ξεχαρβαλωμένα παγκάκια της πόλης χορτάριαζαν αναμνήσεις. Όπως τα δυο λευκά περιστέρια που στέκονταν ηττημένα στο σώμα της έτσι και τα ξεθωριασμένα σύμβολα στους τοίχους ανέδυαν το σβησμένο φως των μαλλιών της. Η Σεβίγια με το παράδοξο καρφωμένο στα μαλλιά της περπατούσε γρήγορα πάνω στις πεσμένες μαρκίζες με τον καημό της θαμμένο κάτω από το σκουριασμένο μέταλλο. Με χέρια κάθετα υπέγραφε τις μνήμες , στις πέτρες που σημάδεψε την κάθε επιστροφή. Με τα δανεικά πουκάμισα που μύριζαν καπνό και σαπούνι στο φθαρμένο σακίδιο που κουβαλούσε, αυθόρμητα άλλαζε στις ξαφνικές στάσεις . Κάτω από την βροχή των φειγ βολάν, κάτω από τα γκράφιτι των επαναστάσεων. Στα ξεβαμμένα αντίσκηνα των εραστών ενεχυρίαζε την σπουδαία της ανακάλυψη. Απέναντι μια βάρκα προσαραγμένη στο σπασμένο πεζοδρόμιο έψαχνε τα κουπιά της και το άλμπουρο τραγουδούσε την λησμονιά των παλιών μονοπατιών. Ω πόσο νοσταλγούσε εκείνο το μπουκάλι που μέσα του ταξίδευε μια φρεγάτα με το χλωμό φως του φεγγαριού στα κατάρτια της. Κάποτε κι εκείνη ήταν μέλος της banda de rosa blanca . Έφτιαχνε στεφάνια με πεφταστέρια και ουρές χελιδονιών , τάιζε σύννεφα το απομεσήμερο κι έπειτα ξέθαβε από τον ίσκιο τη σκουριασμένη σκαλωσιά και μοίραζε κρασί στα γιασεμιά μέχρι να ανθίσουν . Τίποτα δεν έκοβε στην μέση τους δρόμους ούτε καν οι μεταμφιεσμένοι απατεώνες με τα δάκρυα στο στόμα και τ αγκάθια στα καλυμμένα μάτια τους. Στα επαρχιακά πανδοχεία την κερνούσαν την λύπη του εσπερινού κι εκείνη δώριζε καρπισμένο σώμα. Τα δωμάτια έπαιρναν το σχήμα της αγάπης της ενώ η Σεβίγια έψαχνε την εποχή των σταφυλιών. Ένας αμπελουργός της έδειξε τον ουρανό και κάθισαν μαζί να περιμένουν την βροχή. Στα μεσοφόρια κεντούσε τα δάκρυα μαζί με τους χυμούς των θερισμένων υποσχέσεων
Όταν θέριευε ο δρομέας ξεδίπλωνε το μαντίλι και τάιζε το στόμα του χώμα Ανδαλουσιανό και ξερά σύκα Πάνω σε μια ελιά που κάρπιζε ασταμάτητα από το βάρος του έρωτα περίμεναν την δροσιά του Θεού. Πέρα από το στερημένο όνειρο άκουγαν τις οπλές των άγριων αλόγων που έσπαζαν τις πέτρες για να φυτρώσει πέλαγος. Αν άπλωνε τα βλέφαρα ένοιωθε πως θα έπινε το νερό της Σιέρα. «Ω Σεβίγια της γης γλυκό ψωμί». Το ήθελε , το ζητούσε , όχι για αυτήν, μα για τον απελπισμένο της καρπό.

Όταν ξάφνου στα πόδια τους γκρεμίστηκε ο ουρανός παρασέρνοντας το χλωμό φεγγάρι, στην άβυσσο, μαζί του κανείς δεν πρόκαμε ούτε μια προσευχή κραυγή
να ψελλίσει. Από ερείπια μήτρα ιστορία ανθρώπου δεν γεννιέται.

Ο επίλογος δεν γράφτηκε ποτέ. Δεν χρειάστηκε.

«στοιχειωμένα ερασιτεχνικά ρόδα
πόσο λατρεύω την σπασμένη μυρωδιά σας
στου κενού την απόλυτη αοσμία»




Ματθαίος Ματθαιάδης – Μαρία Ροδοπούλου


Dark Virtual Poetry

Dark Virtual Poetry σημαίνει αποκάλυψη της Σκοτεινής Ανθρώπινης Πλευράς. Δεν στοχεύει στην Εσταύρωση Πιστεύω ούτε στη γελοιοποίηση Ηθών. Δεν υποκύπτει όμως στους συντηρητικούς ευνούχους, αξιολύπητα τέκνα μιας ανέραστης, νεκρής κοινωνίας. Δεν διαφημίζει , δεν ψάχνει για οπαδούς. Ίσα Ίσα τους απεχθάνεται . Ενδιαφέρεται Μόνο για αληθινούς φίλους αναγνώστες. Σκοπός της Μαρίας Ρ. η Απομυθοποίηση Ανθρώπων και Θεών.Δεν υπάρχει προορισμός και οι διαδρομές είναι ασχημάτιστες.

Η Γη πυρπολείται απο υπ-ανθρώπους αλλά εμείς ακόμα υπάρχουμε και κανείς δεν μπορεί να μας στερήσει τη ξιφολόγχη των λέξεων

Αλλά πάντα
υπάρχει το αύριο
που γεννά νέες προσδοκίες
νέα αινίγματα
νέα θαύματα

Σήμερα θ’ αρκεστούμε
στη σιωπή


Μ.Ρ
Οι υποτελείς μέρες
σπαταλώνται άνετα
στην αυτοτελή μας δυστυχία
καθώς τρέφονται
τα γύφτικα ερπετά
απ'την αυτάρκεια
του πόνου μας


Μ.Ρ.

Alex Papadiamantis

Blog Archive