Κι αν κάποτε βγάλουν εκτός νόμου
την ατολμία
εμείς θα έχουμε κρυφτεί
στα ερειπωμένα αμπάρια
των άσκοπων νεανικών ονείρων
Εκεί θα κόβουμε ο ένας
τα νύχια
του άλλου
και θα μετράμε τις μέρες
με τα γεννητούρια της αράχνης
που θα’ έχει στήσει φωλιά
στα πεσμένα φύλλα μας
και θα μετράμε τις μέρες
με τα γεννητούρια της αράχνης
που θα’ έχει στήσει φωλιά
στα πεσμένα φύλλα μας
θα χαϊδεύεις τη φουσκωμένη μου κοιλιά
καθώς θα
μεθάμε παρέα με τους σκώρους
που θ’ ανοίγουν τρύπες
που θ’ ανοίγουν τρύπες
στα
σωρευμένα νομίσματα
τα βράδια
στα κρυφά
στα κρυφά
θα κάνω γροθιές τα χέρια
για να προστατεύσω
τ’ αγέννητα σου μάτια
θα πληρώνουμε τον χρόνο
όπως του αξίζει
με τρύπια κέρματα
και σκοροφαγωμένη δειλία
Θα κλαίμε
μαζί με τις γυναίκες
που
περιμένουν στον σταθμό
να
γυρίσουν οι άντρες από τον πόλεμο
Χρειάζονται
τα παράσημα
για τα
νεκρά παιδιά
και θα
ξελιγώνουμε στα γέλια τη μοίρα
αναμεταδίδοντας
ανόητες
παροιμίες της αράχνης
Εγώ κι ο
πατέρας σου
δυο πεινασμένοι άγγελοι
δυο πεινασμένοι άγγελοι
που ταΐζουν επτά θεριά
και πέντε
λιμασμένους θεούς
Αλλά εσύ
που θα γεννηθείς στις τρώγλες
του θανάτου
και θα
τρέφεσαι με άδοξες μάχες
κι
αγορασμένα παραμύθια
Εσύ
να ξέρεις ότι
να ξέρεις ότι
η
επανάσταση
αναμάρτητη
στα μάτια
σου θα μακροημερεύσει
χωρίς αποσιωπητικές προδοσίες
χωρίς αποσιωπητικές προδοσίες
και
ετοιμόρροπους ανθρώπους
Μαρία Ροδοπούλου