6 Δεκ 2011

Ούτε ένα ίσως


Γεράσαμε, φίλη μου στα όνειρα
Mε τα κόκκαλα βαριά
από της κίνησης την νηστεία
αποστρέψαμε το βλέμμα από τους δρόμους

Υποκύψαμε στο κάλεσμα της πόλης
που άγκυρες έχει στα βλέφαρά μας ρίξει
κι ένα καπέλο τρύπιο
στην φορολογημένη έλλειψη
Κάθε φορά που φεύγω
όλα όσα μένουν πίσω θλιμμένα με αποχαιρετούν
Εκείνο το σκυλί που πάντα γάβγιζε τα μεσημέρια
σαν να μας θύμιζε την προσμονή της νύχτας
ξεψύχησε λίγο πριν χαράξει τέλος
στην στενόχωρη αγκαλιά μας
Μην με κάνεις να παίρνω τα βήματα εκείνα
που λησμόνησαν ακόμα και την ερμηνεία
γιατί σκέφτομαι τον ποταμό που κυλούσε
ανενόχλητος από τους βαρβάρους
κάτω από το κάστρο μιας πόλης ξεχασμένης στον βορρά

Εκεί που οι λίμνες μυστήρια ανθίζουν
με τα τέρατα σαν την πέτρα να βουλιάζουν στον βυθό
και τα ηλιορολόγια στους πράσινους λόφους
να μετράνε την στιγμή μόνο όταν εσύ το θες
Γεράσαμε φίλη μου στα όνειρα
και το χρυσό ρολόι μας έμεινε μόνο του να κλαίει
με μια ανάμνηση που ποτέ δεν του χαρίσαμε

Ούτε ένα ‘ίσως’ δεν έχω να σου στείλω
μηδαμινή παρηγοριά εδώ στην πόλη
που έμαθε να σκοτώνει σκυλιά το μεσημέρι
και στα κρυφά το βράδυ τα παιδιά της


Μαρία Ροδοπούλου

26 Νοε 2011

Μια ζωή εν ύπνο

Και καθώς σκύβουμε
πάνω από το εύθραυστο φινίρισμα

τελειωμένης μέρας
- όπως ο δολοφόνος γυρνά στον τόπο
που μάτωσε τα μάτια του

έτσι και εμείς δεν αποφεύγουμε
το κλισέ του εαυτού μας -

προσπαθούμε να βρούμε
τις χυμένες ώρες
στο γεμάτο ρωγμές
πάτωμα του χρόνου
Λίγο πριν
μας πυροβολήσει πισώπλατα
το μορφικό βέλος

προλαβαίνουμε να
ταΐσουμε
στα σωθικά του ταβανιού

τον λεπτοδείχτη
μην τυχόν και τ' απαντήσουμε την ώρα του απόπλου.
Κανείς δεν κοιτάζει προς τα πάνω

παρά μόνο για να κρύψει
τις δικές του προσευχές

Σφυρίζουμε ανέμελα
με τ' όνειρο
στραβά βαλμένο
στα ματόκλαδα

Ξυπόλητοι
μαζεύουμε φεγγάρια
και σκαρφαλώνουμε γυμνοί
όλης της γης τους φανοστάτες
Έναν έναν τους ανάβουμε
και μόνο απείθαρχη σελήνη

κρατάμε γέλιο στρογγυλό

που δεν μετράει αστέρια.


Δεν φταίμε εμείς
το ταβάνι φταίει

Λυγίζει από το βάρος
μόλις πιάνει χαραυγή

Μετωπικά μας επιτίθεται

κραδαίνοντας στο ένα χέρι
αμείλικτο το πρωινό
και στ' άλλο το ρολόι.


Δεν φταίμε εμείς
Το βιολογικό ρολόι του ταβανιού ευθύνεται
Μας δίδαξε
στον ύπνο μας να ζούμε




Μαρία Ροδοπούλου

17 Νοε 2011

Ελαφρώς Πόρνη


Δεν καταλογίζω επιθυμίες σε κανέναν.
Πόσο μάλλον προδοσίες.
Είτε ξεπερνάς την μπάρα
είτε τρέχεις άνευ εμποδίων
κάποτε θα σε πουν « ελαφρώς πόρνη »
Ενίοτε είσαι μικρότερη
από την σκιά που το νυχτερινό φως σου δανείζει
- γιατί πως αλλιώς θα μιλούσαμε για doppelganger εάν δεν υπήρχε το σκοτάδι -
όμως έρχονται στιγμές που φουσκώνει η ψυχή σου
από το υπερβολικό μπούκωμα αισιοδοξίας
Θα φτάσεις την υψικάμινο
που πίσω σου εμφανίζεται

νομίζεις

Δεν απαλλάσσω την αθωότητα
Πόσο μάλλον τις προσδοκίες της
Είτε η γεύση σου είναι της μόδας σανέλ
-για να καλύπτεις κουτσή δυστυχία -
είτε γυμνώνεις τα δόντια στο πρώτο σχίσιμο στα γόνατα
- παντός καιρού απόδειξη αμαρτίας. Α! χειροπιαστή μου γυναίκα εσύ! -
κάποτε θα σε πουν «ελαφρώς πόρνη»
Κι ας πεθαίνεις στο μεταξύ των προσδιορισμών

Το ολοκληρωμένο απόφθεγμα
έχει επιτευχθεί από την αρχή
με το επίρρημα

Κι ας ξεψυχάς στο κεφαλόσκαλο
της κατατακτήριας βόλεψης
ως 'ελαφρώς παραπληγική' ντροπή





Μαρία Ροδοπούλου

10 Νοε 2011

Ο Μήνας των Νεκρών Νερών



Ονειρεύομαι καθρέφτες χωρίς κορνίζες
Πνίγονται στην θάλασσα
κι η στιλπνή τους επιφάνεια
θυμίζει τεράστιο στόμα που βοήθεια φωνάζει

Ονειρεύομαι ανθρώπους χωρίς μάτια
Νερό ανασαίνουν
και το λείο πρόσωπό τους
στόμα τεράστιο θυμίζει που βοήθεια φωνάζει

Ονειρεύομαι τις εκτρώσεις της νύχτας
σ ένα μπλαβί ουρανό γεννιούνται
κι οι μύριες γλώσσες τους
μουδιασμένοι Ήλιοι

Ονειρεύομαι τις αιρέσεις πρωινών
σε φαλακρό βουνό γεννιούνται
κι οι κορώνες στο στόμα τους
σιδερένια στόματα θυμίζουν
- ακούστε με. Σιδερένια σφαλιστά στόματα-

Με κουβέρτες όνειρα
σκεπάζω το κεφάλι
μα η υπόλοιπη γυμνή

Ονειρεύομαι, που λες, τον Μήνα των Νεκρών Νερών


Μαρία Ροδοπούλου


© 2007 – revision
από την ανθολογία «Εικονική λογοτεχνία και www.ποίηση.gr
Εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές

30 Οκτ 2011

Προϋπολογισμένα χειροφιλήματα

Βεβαρυμμένη η φυσιογνωμία μας
από τ όραμα του χθες
τυλιγμένο σε προσφυγική μαντήλα
στην ανέμη που ‘χασε το ύψος της
όχι γιατί τρυπήσαμε το δάκτυλο
αλλά γιατί το επιδέσαμε μη τυχόν ματώσει
μη τυχόν, απολογία μου, και ξεφουσκώσει
το αποτύπωμα της ευτέλειας
Δεν δακρύζουν πια οι ποιητές
παρά μόνο στην θέα του αναγνώστη
Σταμάτησε να κλαίει η μουσική
κι η νότα της κινά
εμπρός στο λάβαρο αδρής πληρωμής
Ξηλώθηκαν οι μαίανδροι του λόγου
κι οι συγγραφείς λερώνουν γόνατα
στου εκδότη
το «καλώς ήρθατε» χαλάκι
Βαλτωμένα άλλοθι
και αστικές δικαιολογίες
«Εμείς δεν επιβιβαστήκαμε στο τραίνο εκείνο
μήτε καν ήμαστε στην βάφτιση της ράγας του»
Αλλά ξεχάσαμε ν αναγνωρίσουμε
τα μουδιασμένα πρόσωπα που κατευοδώσαμε
ως χορηγοί συναινετικής πορείας
Κρυφοί συνέταιροι συνδικαλιστικής τέχνης
απαγχονισμένοι στο απροσδιόριστο της ατέλειας
κι όλα αυτά γιατί δεν μπορέσαμε ποτέ
να αυτοπυροβοληθούμε στο μέρος της καρδιάς
Ούτως ή άλλως κάναμε σκασιαρχείο
στο μάθημα ανατομίας ύπαρξης

Αλλά έχουμε τα πρωτεία
στην σύνταξη
προϋπολογισμένων εσόδων
από τ αναμενόμενα χειροφιλήματα


Μαρία Ροδοπούλου

29 Οκτ 2011

Απαγωγή Χρόνου

Αρκεί λίγος χρόνος να βρεθεί
να σταματήσουμε, αγαπημένε,
την τυφλόμυγα
εδώ στην άκρια της σιδηροτροχιάς
με τα πόδια μας να χορεύουν στο κενό

Θ αρκούσαν στιγμές
ακινητοποιημένες
λίγο πριν φορέσουμε ξανά
τα λυπημένα μας παπούτσια

για κείνη την μισητή διαδρομή
στην άγνοια
με τα θεραπευμένα
από τις ζωγραφιές μας
πανδοχεία
να μας έχουν στην λίστα των ναυαγισμένων

για εκείνη την αναπόφευκτη πορεία
στον θρήνο
για το σπίτι με τα ορθάνοιχτα παράθυρα
που μετακόμισε
και λησμόνησε μαζί του να μας πάρει

για εκείνο το ταξίδι
στις δολοφονικές άγκυρες
ενός κόσμου που βρωμάει η ανάσα του συμφορές

Θ αρκούσε λίγη ώρα
να σταματήσουμε, αγαπημένε μου,
το τέλος
και να ειδωθούμε πάλι
χωρίς στα μάτια μας τα κύκνεια δεσμά
νεκρών ονείρων

Έχεις σκεφτεί το ενδεχόμενο
να απαγάγουμε τον χρόνο;


Μαρία Ροδοπούλου

24 Οκτ 2011

Άλαλη θητεία





ζητώ συγνώμη αλλά έχω πάθει αφλογιστία ποιητικής έμπνευσης
λόγω έλλειψης καυσίμων των ονείρων ~ έστω και των εφιαλτικών


Ήταν καθισμένη ανάμεσα σε χιλιάδες ανάπηρες καμπάνες – εκ γενετής οι άμοιρες χωρίς γλώσσα παρόλη την μεγαλοπρεπή ηχώ τους - στα σκαλιά που δεν οδηγούν πουθενά - και αυτό είναι το σημείο που επιτρέπει στους περαστικούς να χρησιμοποιούν τους άχρηστους κατ τ άλλα δακρυγόνους αδένες - όταν για πρώτη φορά την αντάμωσα – γιατί όσους συναντώ αποφεύγουν την όρθια άποψη είναι μια άλλη επίσης βαρυπενθούσα γνώμη της ύπαρξης και η εξήγηση της είναι απλά επικίνδυνη για όλους μας – Εξέταζε ένα – ένα τα κουδούνια που ήταν δεμένα στον αριστερό της αστράγαλο. «Προσπαθώ να λύσω τους ρουφιάνους της κίνησης. Όταν βγαίνεις από την μήτρα του υποταγμένου μίσους, η ψύχραιμη μητριά σου τυφλή αλλά με εκατομμύρια τρύπες στο σώμα που της επιτρέπουν ν ακούει ακόμα και εκείνα που δεν έχουν ήχο, σε καθιστά υπεύθυνο της ατομικής υπόκλισης ή της επιλεγόμενης κατ οίκον κλινήρους ευαισθησίας. Σου δίνει 11 μάτια και μια καταργημένη σημαία. Γνωρίζει πως η όραση διασπάται από τις υποκειμενικές εικόνες των πολλών και το ψωριασμένο σύμβολο το κρατάς όταν το όξινο χώμα σου καίει τα γόνατα. Τότε είναι που αρχίζουν από μόνα τους τα κουδούνια το προειδοποιητικό χτύπημα. Φορά τα φθαρμένα γάντια στις μπότες της και έρχεται τρέχοντας ως στοργική μάνα. Βάζει γύψο στις αγουροξυπνημένες κινήσεις σου και στέλνει για ύπνο το πατάκι που σηκώνει πάνω του περισσότερη απλυσιά της σαρανταποδαρούσας σωτηρίας σου απ όση αντέχει. Εσύ γλείφεις με περίσσια προσοχή το ιώδιο που σου χορηγούν για την πληγιασμένη αφωνία και συνεχίζεις να πλέεις στα πελάγη του Ιανού δήμιου σου.» Δίπλα της τα σκουπίδια κουνούσαν καταφατικά το μαύρο κεφάλι τους ενώ το τρωκτικό πού έτρωγε σιγά-σιγά την φωνή τους έκλαιγε με αναφιλητά. Το μόνο που άκουσαν οι παράλυτες καμπάνες που συγκατοικούσαν το αδιέξοδό της ήταν οι λυγμοί του τρωκτικού απεσταλμένου της μητριάς. Ξέρετε εκείνης της γοργόνας που δεν είναι κόρη μήτε καν μπάσταρδο οποιουδήποτε μύθου ή προσαρμοσμένης έστω στο ψωριασμένο πατάκι εναλλακτικής πραγματικότητας. Η υποβολέας συνενοχής, κατάφασης που παρελαύνει μαζί με τους συνωμότες την ώρα που εσύ μεταμφιέζεις την ανίατη γονυκλισία σε απλό ιό παράβλεψης.


Το σημαντικό είναι να μην χάσουμε τα ένσημα της άλαλης θητείας μας.


Μαρία Ροδοπούλου

21 Οκτ 2011

Εφιάλτης

Κάθε μεσάνυχτα επανέρχονται
Με τα μαύρα τριχωτά ποδάρια τους
στοιχισμένες διμοιρίες
ανεβοκατεβαίνουν τους τοίχους
πλημμυρίζοντας το δωμάτιο
Ροκανίζουν το σπίτι
τα παράθυρα τρέχουν να γλυτώσουν
με δυσκολία ανασαίνω
Ήταν μια μεγάλη μαύρη τρύπα
αλλά κομματιάστηκε
όταν βρέθηκε στο επίκεντρο συμπτωματικής έκρηξης
Κάθε μεσημέρι τις σφάζω
με τα μικρά ξίφη του ρολογιού
όμως ξεχνώ να τις ρίξω στην φωτιά
Η νύχτα γεννάει
μικρά τετράγωνα ασφυκτικά κελιά
σαν την λογική
Ένας φεγγίτης με θέα τον εαυτό μου
σε καθένα από τα κουτιά
Πηχτό πύο κυλά από τα μάτια
ενώ το στόμα δακρύζει τύψεις
Ο ορός του χρόνου
στάζει χωρίς διακοπή στις φλέβες
Ξυπνώ τρομαγμένη
τα πάντα είναι στην θέση τους
εκτός από τις σκιές

Κάθε μεσάνυχτα επανέρχονται
Την ώρα που κοιμάμαι
οι αράχνες του μυαλού ξυπνάνε
αλαφιασμένες
αφηνιασμένες

λιμασμένες



Μαρία Ροδοπούλου

17 Οκτ 2011

Χριστόφορος Ορίζοντας

Και τι δεν θα ‘δινα για μια μπουκιά
Χριστόφορου Ορίζοντα

Κουρελιασμένα μισοφόρια
βυθισμένων ΑΝ θρώπων
Ζύγια λειψά
χαμηλωμένων προσώπων
σε συρματοπλεγμένο ουρανό
Τα θαλάσσια μάτια μου
αποξηραμένες αλυκές
Μελαψές μασχάλες
πληγωμένες
ιδρώνουν τους στεναγμούς
Κουράστηκε το γέλιο
Tο απόμακρο σύρσιμο των λυγμών που παραδώσαμε
Μπουλούκια πεθαμένων κυλούν χαρούμενοι στους δρόμους
την μαρμάρινη ρόδα τους
Τίποτα δεν συμβαίνει όταν αρνείσαι να το παραδεχτείς
λένε τραγουδιστά
Χαράζουν τ όνομά τους με πένα στεγνή
στην αγένεια των καιρών
Σκύψε σιμά μου να σου μιλήσω για την αναλώσιμη ποίηση
Κουρελιασμένα μισοφόρια
πνιγμένης ΓΗναίκας
μελανιασμένες ανάσες τυπώνουν
Ως συνήθως τα ρολόγια χτυπάνε μόνο τριάντα φορές
μετά για πάντα σιωπούν
Η άλλη πλευρά του παραδείσου
αντιπαροχή επταώροφων πτυελοδοχείων
αποφόρια βάλτων που δεν χρειάζονται πια αιτίες
Ποτάμια στα χέρια μου κοιμούνται
Λάκκοι ρηχοί ξαγρυπνούν
Και όλα πια διανυκτερεύουν σε ζωοφάγα παλάτια

«Εδώ βάζουμε ενέχυρο τα πόδια
για να κρατάμε ζωντανά τα νύχια» μου γράφει η φίλη μου
«Εμείς τρώμε την ψυχή μας με στόμα ανοικτό
αλλά οι υπόλοιποι κάνουν πως δεν βλέπουν.
Προσπαθήσαμε να σβήσουμε την νύχτα
και μας ξέφυγε η μέρα» της απαντώ

Και τι δεν θα ‘δινα
για μια γουλιά
Μυρτιδιώτισσας Πηγής
να ξεφύγω λίγο
από την αναίδεια της γκρίζας εποχής


Μαρία Ροδοπούλου

15 Οκτ 2011

Παραπέτασμα

Είσαι το παραπέτασμα
χαμηλοβλεπούσας ντροπής
Η αποδοχή αγκυλωμένης αγωνίας
στα σαγόνια ερινυών σεισμών
Παράλυτη φυγή στα γόνατα του φόβου
κολλημένη σε μια και μόνο μεταμόρφωση
Το ζυμάρι στα χέρια εκείνων
που ποτέ δεν θα αναστηθούν
το γλυμμένο κόκκαλο θυμωμένων ονείρων
η δανεική μασέλα μονότονης δυστυχίας
η σύμφωνη συντάκτρια υστερόγραφων
και ω θεέ μου πόσο εύκολα αυτοκτονούν
στις σάρκινες πτυχές σου
τα πριγκηπικά ψευδώνυμα
Είσαι το υποσύνολο
γερασμένης Σταχτοπούτας
με το σύνδρομο των τακουνιών
καρφωμένο στο αζήτητο τρίγωνο σου.
Μια φορά κι ένα μονοπάτι
ήσουν στρογγυλή
Τώρα είσαι η γωνία που πάνω της
σκοτώνονται τα παραμύθια

Είσαι το παραπέτασμα
πεινασμένου μίσους
και τα μάτια σου
δείγμα αλεσμένης ζωής



Μαρία Ροδοπούλου

28 Σεπ 2011

Όσο η Μάγδα γελούσε


Ενώ η Μάγδα γελούσε
αναπάντεχα κινήθηκα.

Έστρωσα τους δρόμους με τα κομμάτια πάγου

που έπεφταν απ’ το μέτωπο

τίναξα το ύψος απ’ το στόμα

κατέβασα επιτέλους χέρια απ’ την φωνή


(Κατρακύλισα με δυο σταυροφορίες και τρεις πέτσινους σταυρούς στην αναπνοή μου καρφωμένους. Στην επόμενη κούρσα θα προσθέσω και μια μπουκάλα γεμάτη γκάζι. Και τότε όλοι θα θαυμάζουν το γενναίο κορίτσι που με τόσο βάρος στα πνευμόνια ξεφεύγει απ' το χιλιοκατοικημένο πλευρό τους. Που είσαι my Lady L να με πάρεις αγκαλιά!)


Άφησα την Μάγδα να γελάει πάνω στα ξύλινα παγοπέδιλά της

και έσπασα την λεπτή επιφάνεια.

Τίποτα το τρομακτικό εδώ κάτω, φώναξα

με την ηχώ μου να εγκαταλείπει την παγωμένη καταγωγή της,

παρά μόνο το χάσμα που δημιουργήθηκε ανάμεσά μας


Σταμάτα να παίζεις κρυφτό με τα μάτια μου και έλα να με βρεις

Για μια φορά θα αφήσουμε τα σκυλιά να κοιμηθούν μόνα τους

με τους ψύλλους να στήνουν τσίρκο πάνω στο ζεστό τρίχωμα.

Και τι έγινε αν χάσουμε την παράσταση; Tα μόνα που θα κλαίμε

είναι τα νομίσματα που κάποτε τρώγανε την τσέπη μας. Άστα

σ' άλλους που θέλουν να ψωνίζουν. Εμείς τελέψαμε με τις αγοραπωλησίες.
Το μόνο που απέμεινε στην βουλική μας ύπαρξη είναι να προσφέρουμε ελεύθερα τον εμετό από τα αποφάγια της χθεσινής μέρας.

Τόσο μικρό το άνοιγμα που να δραπετεύσει όλη η πρόσκληση


Ενώ η Μάγδα γελούσε

αναπάντεχα κινήθηκα


εκτός τροχιάς του γέλιου της



Μαρία Ροδοπούλου

19 Σεπ 2011

Μάθε να μένεις στην αρχή

Στην αρχή ήταν όμορφα
Στην αρχή ήταν ευρύχωρα
Στην αρχή ήταν ζεστά και σχεδόν ανώδυνα.
Στο κάτω-κάτω της γραφής όλοι κουνούσαν καταφατικά την υποταγή.
Την ακούμπησαν με προσοχή αφήνοντας την να στέκεται όρθια σαν περήφανη σημαία που προς το παρόν δεν γνωρίζει την λέξη υποστολή.
«Αυτός είναι ο κόσμος» της είπαν περήφανοι. «Μπορείς να τον γεμίσεις όπως σχεδόν θέλεις»
«Θα βάλω γιασεμί στην μια μεριά, θ’ ανοίξω ένα παράθυρο εδώ να βλέπω τα χαμομήλια που σίγουρα θα βγαίνουν κάθε άνοιξη και ν ακούω το κύμα της μακρινής θάλασσας και που ξέρεις ίσως μια δυνατή ριπή του αγέρα μου χαρίσει και ένα κοχύλι. Θα κρεμάσω κουδουνάκια στην πόρτα έτσι ώστε όποιος μ επισκέπτεται να τον τρατάρω μουσική. Θα ράψω σύννεφα στις κουρτίνες όχι όμως βαριά γιατί θα πλακώνεται το φεγγάρι στ όνειρά μου και κάθε Φθινόπωρο θα ανοίγω διάπλατα το παράθυρο για να τις βλέπω να χορεύουν σαν οι ουρανοί να κατοικούν στον κόσμο μου. Θα γκρεμίσω την μια μεριά να μεγαλώσω κι άλλο τον κόσμο. Ένας μακρύς απλόχερος διάδρομος με πόρτες που θα είναι ανοιχτές σε κάθε δωμάτιο που θα προσθέτω.»φώναξε ενθουσιασμένη.

Ένας δάσκαλος
Ένας γιατρός
Ένας περιβαλλοντολόγος
Ένας ιστορικός
Ένας ιερέας
Ένας ναός
Ένας στρατηγός
Ένας άντρας
Ένας πατέρας
Ένας εραστής

κούνησαν απογοητευμένοι το κεφάλι και φώναξαν την μητέρα. «Βιάσου, ξεχνάει το καθήκον της»
Εκείνη κολύμπησε με κόπο προς το μέρος της ελαφρόμυαλης κόρης.
“Μάθε να χωράς εκεί που σε βάζουν» της είπε αυστηρά
και απομακρύνθηκε με περισσότερη βιάση από αυτή που είχε έρθει.
Ντροπιασμένη με τα δάκρυα να κυλούν από τις πληγές ξάπλωσε για να ανασάνει.
Έφραζε η αρμύρα τις αναπνοές.
Μόλις έγειρε ανακάλυψε ότι μπορούσε να κολυμπάει. Περιστρεφόταν γύρω από το κορμί της.
Σαν αστροναύτης
Σαν γοργόνα, μουρμούρισε χαμογελαστή.
Γιατί ξέχασα πως είμαι γοργόνα; αναρωτήθηκε και συνέχισε να κολυμπάει με αργές κινήσεις.

Κάποιος έπιασε σφιχτά στα χέρια του την γυάλα και την ταρακούνησε δυνατά.
Πανικόβλητη ήρθε αντιμέτωπη με την μορφή της.
Ολούθε τριγύρω όπου και αν κοίταζε έβλεπε πως δεν ήταν γοργόνα.
Δυο-τρείς ταχυδακτυλουργοί την χαιρέτησαν στρατιωτικά βγάζοντας από το λαρύγγι τους αστραφτερά λέπια.
Λυπημένο της γνέφει το παιδί
Σαπίζει μόνο του
Μια σκιά που απλώνεται πιο πέρα μακριά μακρύτερα από τα πλαστικά καπέλα των θαυμάτων



Μαρία Ροδοπούλου

Υ.Γ.

Η αρχή δείχνει το τέλος. Μπορείτε να διαφωνήσετε όσο θέλετε. Εξάλλου γι αυτό υπάρχει
και το επάγγελμα του διακοσμητή και του νεκροθάφτη.

7 Σεπ 2011

όπως η γη όταν πλημμυρίζει από τον θρήνο του βουνού για τα καμένα παιδιά του


Ούτε ένα θεό δεν φτύνει
έτσι για τα μάτια του κόσμου έστω απαρχαιωμένο επίδεσμο
παρά μένει ταμπουρωμένη στο άσπρο ξέξασπρο και χωρίς φτού ξελευθερία όνειρο
Σαν παρθένα που όσες φορές έγινε πουτάνα
εις πείσμα της αχρωματοψίας τόσες την έκαναν ξανά παρθένα
Κάτι κοκκινίζει άσχημα πέρα στην θάλασσα
μια πολική γυναίκα έχασε τα πόδια της στο αναπάντεχο λιώσιμο της νύκτας
και εγώ ξέρω πολύ καλά πως είναι να τραγουδάς μόνη σου πίσω από την λευκή μάντρα
χωρίς ούτε έναν ελάχιστο έπαινο από τους παροικούντες την ίδια αρρώστια που πάσχει κι εκείνη
Κανείς δεν σε απολύει όσους φόνους κι αν κάνεις – προς θεού μην το παραδεχτείς μόνο –
μα όλοι σε υιοθετούν γιατί έχεις όμορφα μεγάλα κάτασπρα μάτια, μητέρα
Δεν έχω πολλά πράγματα να πάρω φεύγοντας
Μόνο ένα μαχαίρι για να σκαλίζω την πληγή εμποδίζοντας ό, τι και αν είναι αυτό που υπόσχεται πως υπάρχει μακριά πολύ μακριά από την γυάλα μου
Δεν είναι θέμα εμπιστοσύνης. Γιατί αυτήν την δώρισα απλόχερα από τον πρώτο κιόλας θάνατο. Είναι που φοβάμαι τυχόν αλλαγή σχήματος της ασθένειας. Πως μετά εκείνη θα ξέρει από πού ανασαίνουν οι δραπέτες;
Δεν έχω πολλά πράγματα να πάρω φεύγοντας. Μόνο ένα μαχαίρι και μια απόφαση.
Δεν πρέπει να σκέφτομαι πως εκεί έξω ίσως υπάρχουν περισσότερες γυάλες απ όσες μπορώ να δω.

όπως το χέρι όταν σπάει στην μυρωδιά του αίματος έτσι κι εγώ ...


Μαρία Ροδοπούλου


Y.Γ.

Όλες οι αναρτήσεις των τελευταίων 2 μηνών αποτελούν απόσπασμα
ενός ποιητικού διαλόγου με τίτλο 'Στην γυάλα". Αναζητείται επίμονα
ο επίλογος λόγω ασφυξίας ...

14 Αυγ 2011

Τοξικά και άλλα ακαθόριστα

Ταξίδι μακρινό
η νύχτα
Στις ασθενείς σκιές τα δάκρυα της ερήμου
Σε ανάπαυση διαρκείας το φως
Κληρονομικό δικαίωμα η μοναξιά
ή την κέρδισες με άδικα μέσα;
Γραπώνεσαι στις ψευδαισθήσεις
ή στα λάθη
Να με χειροκροτήσω τώρα ή να περιμένω;
Κωπηλατείς αργά ανάμεσα
στα ομοιώματα
Ποτέ δεν είδες πίσω από το βέλο

Η πιο βαριά αποσκευή ο ουρανός
προσωρινό νεφέλωμα στο άπειρο
εσύ
βαγονάκι περιορισμένων διαδρομών
Μόνιμος δορυφόρος τοξικών ονείρων
Σκοτώνεσαι στ αδιέξοδα
Το επόμενο βράδυ
ξυπνάς πάλι
με την ίδια δηλητηριασμένη επιθυμία

Εκείνη
θολή φιγούρα
στον μακρινό λόφο
και εσύ
απομεινάρι ελάχιστου βυθού
ξεσκονίζεις τα μολυβένια στρατιωτάκια
μιας μάχης που δεν έγινε

Δεν θα τολμούσες να δαγκώσεις
το μοναδικό όνειρο
που σε τρέφει


Μαρία Ροδοπούλου

5 Αυγ 2011

Στην γυάλα

Κλεισμένη σε γυάλα με υάκινθους ανασαίνει από τις πληγές
Σαν μεγάλο λυγερό αλλά κατά ένα περίεργο και θαυμαστό τρόπο δυσκίνητο ψάρι
Αποτέλεσμα πολλών διασταυρώσεων, ξέρει ότι δεν είναι μοναδική στο είδος της

Αργοπορημένοι διαβάτες την προσπερνούν με στόμα επιδεικτικά ανοιχτό

Ένας ιερέας
Ένας πολιτικός
Ένας λογιστής
Ένας δαίμονας
Ένας άντρας
Ένας πατέρας
Ένας εραστής

Ένας Θεός πατέρας παντοκράτορας και ποια είναι αυτή πέρα από ένα μικρό,
θηλυκό και καθόλου ξεχωριστό αμφίβιο

Θα μπορούσε φυσικά να τους ξεχωρίσει
αλλά σφύζουν όλοι από την ίδια καταραμένη υγεία
Δάκτυλα μεταχειρισμένες λέξεις αγκώνες χωρίς ρίζες
και μια γλώσσα που δεν ξέρει σε ποιο στόμα να πνιγεί
Δυο – τρία σκιάχτρα την χαιρετούν στρατιωτικά

Το παιδί στο πλάι της σαπίζει

Κουβαλάει στην ράχη του τα μαλλιά της
δεύτερο χέρι ημέρες σεμνότυφα γόνατα
η ζωή αραιή σε κεσεδάκια γιαουρτιού

Κίτρινος ουρανός και ένας επισκέπτης κολλάει την περιέργειά του στο τζάμι
Εκείνη κολυμπάει αργά μακριά του

τα χρονικά μιας απόστασης

Ολοστρόγγυλη γυάλα
χωρίς γωνίες
η ντροπή δεν ξαποσταίνει
Ταΐζει την ξεδοντιασμένη λύπη χυλό
Μισεί τα νεκρολούλουδα
Από μέσα τους ξεπηδά κοράκι σαρκοβόρος φόβος

Κάποιος πιάνει σφιχτά την γυάλα και την κουνά πέρα δώθε
Προσπαθεί μάταια να κρατηθεί
Όπου γυρίζει έρχεται αντιμέτωπη με το πρόσωπό της
Το παιδί στο πλάι της βήχει σκοροφαγωμένα φέρετρα
Χαμογελάει φρικτά

«ουδέν νεώτερον από τους καθρέφτες» της λέει με νόημα

Εκείνη κλείνει σφιχτά τα μάτια
Δεν θέλει να βλέπει
Γυμνοσάλιαγκες απόπειρες κολλούν στο τζάμι
Το παιδί πηδάει έξω από την γυάλα
Την κοιτάζει λυπημένο
Το παιδί σαπίζει έξω της
Η φωτιά θα ήταν μια λύτρωση
Εκείνη είναι νερό
Το παιδί σαπίζει μακριά της

Η αντανάκλαση μοναδικό εμπόδιο


Μαρία Ροδοπούλου

28 Ιουν 2011

Παχυνόμενη Οργή

Αλλά τώρα είμαι σε πλήρη ανακωχή με το χώμα.
Εκείνο δεν με αφήνει να κοιμηθώ
κι εγώ αποφεύγω να το ταράζω με τα βογκητά των παιδιών μου.
Τα καταπίνω.
Κι όμως όλο παχαίνω από την γεωμετρική οργή των τέκνων μου.
Ένα μικρό τύμπανο εδώ που ο κόσμος τελειώνει
και μια βουβή φλογέρα εκεί που κάποτε ήταν η αρχή του.
Φουσκώνουν τα μάτια από τις ανίερες συμμαχίες.
Σκοτώνω τα επείγοντα γιατί φοβάμαι.
Τι θα γίνει αν τα πόδια ελευθερωθούν;
Δώσε θέρος στον χειμώνα και οι θεοί θα οργιστούν.
Ούτε ένα έκπτωτο μονοπάτι δεν θα μου χαριστεί.
Ξημερώνομαι πλάι στην γυναίκα που χτυπάει μικρής εκκλησιάς καμπάνες
και βραδιάζω πλάι σε μια γριά που κηδεύει τις σοφίτες.

Αλλά είμαι σε πλήρη συμφωνία με το χώμα που παλάμη την παλάμη με εγκαταλείπει.
Εκείνο με παραδίδει χειροπόδαρα δεμένη
κι εγώ δεν μιλώ γιατί ακόμα παχαίνω …




Μαρία Ροδοπούλου

25 Ιουν 2011

Δέκα λιγνά όνειρα


Εχθές με δέκα λιγνά όνειρα χτένιζε τον κόσμο


Κάτω από το μέτωπο παραμονεύουν φέρετρα
Μαύρη τραγιάσκα στο φαλακρό βουνό της
Πρόσωπο λείο σαν πόνος που κοιμάται
αλλά αυτή φοβάται τον ύπνο
“Θα ξυπνήσω ωραία κοιμωμένη
σε ένα μικρό λευκό κουτί
Ολόκληρη ουτοπία στριμωγμένη στο ελάχιστο
Πως θα κατηφορίζω εκείνα που δεν βλέπω
με μπλαβιασμένα νύχια;
Κι ούτε μια χτένα να ισιώνω τα συγχυσμένα άκρα»
Ασήμαντες οι πληγές
Οι αμυχές αποδείχτηκαν δούρεια παράθυρα
Το στόμα γεννά κραυγές
όμως η κραυγή δεν σμιλεύει άνθρωπο

Είναι ξινό το γάλα που η γλώσσα του σύκου στάζει
Ποιος πίσω από το γέλιο της κοιτάζει;

Μισοφαγωμένο κλάμα η γυναίκα
μα εκείνη μπουκώνει χουρμάδες το ηττημένο κορίτσι
«στο χλωμό κορμί της Θεά θ’ αναστηθώ»
Ένα βατερλώ κουπί και η θάλασσα πίνει τον εαυτό της
Στέρεψε το αλάτι των ανθρώπων

Εχθές με δέκα ροζ πανιά τον άνεμο προκαλούσε
Σήμερα φυτεύει ραχιτικούς φοίνικες
στην άκρη ετοιμόρροπης στέγης

Από κάτω την χειροκροτεί
με περίσσια υπομονή
το μικρό λευκό κουτί



Μαρία Ροδοπούλου

28 Μαΐ 2011

Ο Μπίθρο και η ανεπίδοτη αν-αριθμητική

Sketch by Mat


Το αναιμικό λίκνισμα της σκόνης
εκεί που ξεκουράζεται το τέλος της διαμαρτυρίας
Η βολεμένη σκουριά στο απάγκιο της απελπισίας
Τα ναυαγοσωστικά με την άθλια τρύπα στο πρυμνιό τους
Το βλέμμα που προσπερνά
την θολούρα αναίμακτου ανέμου
Ερήμην ανθρωπιάς τελεσίγραφο
Σε ποιες κοιλιακές χώρες κρύφτηκε η υγρασία;
Κατευθείαν στον οισοφάγο το αίμα
Ασυνείδητη κατάποση χωρίς την βρώσιν νοήματος
Τα γκάζια στις λεωφόρους με τους νεκρούς να προσπερνούν
επιβιβασμένοι σε Mercedes station wagon
Ανεξάρτητοι της ψυχής ακόμα και στην ανάσκελη ταχύτητα
Που να σε ανυψώσω τις χαράδρες σου να δεις;
Μάταια τα μάτια στις φιλικές εταιρείες
διαπραγμάτευσης κυκλοφορίας
Λιμάρεις προσεκτικά τις βλάσφημες άκριες
για να χωρέσεις στο πολυγωνικό σχήμα
ελεγχόμενης αντίρρησης
Κι όμως ηθελημένα ξεχνάς
στα χείλη το κλαρίνο
κι ας γελούν τα βαμμένα στόματα των που σε προσπερνούν

Τελευταίο σήμα κινδύνου
πριν δέσουν τα επικηρυγμένα πλοία σου
στα ταγμένα στην μουγκή ωραιότητα λιμάνια τους

Α ρε Mπίθρο ξέχασες να μας ταχυδρομήσεις την αν-αριθμητική των αστεριών
και κάτω από άναστρους καρπούς κοιμόμαστε

ΥΓ.

γι αυτό σου λέω όσο εσύ αντιστέκεσαι στο εξαναγκασμού ημιτελές
τόσο πιο πολύ θα μας καταζητούν για το ατημέλητο όλον μας


Μαρία Ροδοπούλου

26 Μαΐ 2011

Γνησιότητα By proxy

Τον συνάντησα εκτάκτως όπως και οποιαδήποτε κόλαση στην ζωή μου – μόλις είχε λερώσει το πεζοδρόμιο με εξομολογημένες ακαθαρσίες. Τρία χρυσά δόντια και βαμμένα κόκκινα μαλλιά στόλιζαν την χοντρή φιγούρα. Στο κεφάλι του ένα χταπόδι με φαγωμένα τα άκρα του βλαστημούσε τους ανθρώπους. «Μου είπατε να δω τους δαίμονες – έλεγε το ανάπηρο μαλάκιο – αλλά μου κρύψατε την αλήθεια. Δεν μου ομολογήσατε πως τελικά εκείνοι θα με διέκριναν καλύτερα.». Η αξιολύπητη ανθρώπινη καρικατούρα βαστούσε στα χέρια της 3 γκρίζες μπάλες, δύο κόκκινες και μια με δανεισμένα χρώματα. Παρασυρμένη η όραση από το ενοικιαζόμενο ουράνιο τόξο νόμιζε ότι είχε εξασφαλίσει τα δικαιώματα για κάθε – μη χρεοκοπημένο - χειρουργείο της γης. «Ακόμα δεν έχω λύσει τα προβλήματα κτήσεως αλλά αρκούμαι στην υποκρισία των διακηρύξεων μολυβένιων εικονικών. Αναρτώ το λεχθέν ως μάννα κι ας είναι σκορπισμένος στα έξι σημεία – που οι διαθήκες του αυτισμού ονείρων όρισαν ως εκκίνηση – μουχλιασμένος άρτος. Τι να παραδεχθώ αφού έχω ήδη αποδεχθεί. Μου αρέσει ο αντάρτικος εμετός καθισμένων στην γούβα ανώνυμης ξέρας. Είμαι η νοσταλγική ντουντούκα παρελθόντος που δεν μου προέκυψε. Κι αν ζογκλέρ κατάντησα δεν φταίει κανείς παρά μόνο εκείνοι που γύρισαν την πλάτη στα ‘νεκρόφωτα’ μου» είπε με το δάκρυ να στάζει από λάθος σημείο. Άπλωσε το χέρι του σε μια άθλια προσπάθεια να μου δωρίσει τις επιλογές του – «Να ‘ξερες πόσοι έχουν τεντώσει επαίτη άκρο προς το μέρος μου προσφέροντας by proxy απορρίμματα στίχων. Κι όταν δεν χωρούσαν από την πόρτα τρύπωναν από τις ρωγμές του χρόνου. Αλλά ποτέ δεν πρόσεξαν την alter ego διαφυγή μου» του απάντησα βγάζοντας από την τσέπη μου την κατάλευκη διάφανη μπάλα μου. Καθώς απομακρυνόμουν απέφυγα να κοιτάξω πίσω μου.

Νομίζω ότι η ιστορία της ανθρωπότητας έχει αρκετές στήλες νεκρών ως παράδειγμα αποφυγής μεταμφιεσμένων εφιαλτών.


Μαρία Ροδοπούλου

29 Απρ 2011

Πολιορκίες





Ηλικιωμένη αγγελία

ξεχασμένη Ιώ σε κατάκοπο τοίχο
με σαπισμένα σωθικά
χορταίνουν οι φωτοφόρες βδέλλες
ιδιοκτήτρια ισόγειων πραγμάτων

σε ονειρική ανεπάρκεια
Οι πορείες έπαθαν υπερκόπωση
οι σελίδες αρκέστηκαν σε εγγαστρίμυθους
κλεπταποδόχοι καρποί σε έξαρση
και το χώμα φτερνίζεται σταυρούς
Οι ορίζοντες χρειάζονται επειγόντως
αιμοκάθαρση
βρώμισε λιμάνια η θάλασσα
κι ο ουρανός γέμισε κουτσουλιές χαμηλόβαθμων πτηνών
Κατασχεμένη γη το απέναντι πεζοδρόμιο
Στους φανοστάτες κατοικούν ακρίδες
κάτω από το κρεβάτι δεν υπάρχει τίποτα
παρά μόνο σκόνη
κατουρημένα πλακάτ
και πεντακάθαρα νύχια σε παραπληγικές πτήσεις
Τα περβόλια, γιε μου, πιάσανε τερηδόνα
τα τριαντάφυλλα λησμονήσαν την ντροπή
τ’ αφυδατωμένα φτερά κατηγορούν τα κεριά
Οι αγέρηδες σταθμεύσανε στην χωματερή
οι ηθοποιοί ξέμειναν από ατάκες
κι οι μάσκες έχασαν τα πρόσωπα
Θα σκάβω πίκρα μέχρι να βρω μέλι

Πότε παρκάρισαν τα μάτια τους
σε ασθματικά παιγνίδια τα παιδιά;
Από τότε
που σταμάτησε η περιστροφική κίνηση των λουλουδιών;
Απορώ για να απορώ
Τα σανατόρια είναι εκτός μόδας
Τώρα τα λένε ‘σπα’
Δυο τρία σκυλιά απέξω
γαβγίζουν τον κάθε ύποπτο
Θέα στην άποψη με Botox
η αριστερή μασχάλη έγινε εργάτρια
στην Silicon Valley
Το ζιβάγκο το 'φαγαν οι σκώροι
και το κασκέτο χρησιμεύει για να καλύπτει ‘κρανίου τόπο’

Εδώ κρυβόμαστε πίσω από τα χέρια μας
και ξέρεις πως γελάει καλύτερα
όποιος δεν κοιμάται τα βράδια και ξενυχτάει τα πρωινά
μου γράφει η φίλη μου
Οι αετοί τυφλώθηκαν
με τα κοράκια πλάγιασαν
ύαινες γεννήθηκαν
έφαγαν τους λύκους
ρεύονται συμφορές
και όπως γνωρίζεις πολύ καλά
πεινάει καλύτερα όποιος τρώει τους καθρέφτες του
της απαντώ

Γερασμένες πολιορκίες
κρέμασαν την αναιμική σφυρίχτρα
στον ρυτιδιασμένο λαιμό τους
απέλυσαν τις εικόνες
βλαστημάνε βαριεστημένα τους περαστικούς
χτυπάνε τατουάζ στους άδειους ώμους
Άθλιο πράμα η συνταξιοδότηση της οργής
ούτε ένα θυμάρι της προκοπής δεν σ αφήνει να μυρίσεις
ούτε μια μέλισσα τριγύρω να την κεράσεις τσίμπημα

Τελικά,
θα φτυαρίζω πολιορκίες ίσαμε να βρω αίμα


συνεχίζεται ...



Μαρία Ροδοπούλου

12 Απρ 2011

Ακτήμονας

Εκείνη που ποτέ δεν σ’ είχε ανάγκη

Το μεγάλο βουητό του κόσμου
δεν σ αφήνει να χαϊδέψεις τρυφερά
τα μαύρα χείλη
Έκπτωση στην ροή του αίματος
Σκυμμένοι καθρέφτες
Κυρτές ώρες
Μόνο καμιά φορά ξεχνιέσαι
στους βραδινούς ήχους
Ακούς τα λησμονημένα
Διαπραγματεύεσαι στις πύλες του ανέμου
Αποκοιμιέσαι
με πεσμένα φύλλα στα μάτια σου
Γέρασαν τα πουλιά
Ακόμα ένα πηγάδι στο διάβα σου
Τσιμεντένια γόνατα
Ευκίνητο το χώμα
Χρονόμετρο ο ορίζοντας
Σε ποια θύελλα, τώρα, θα σε χάσω;
Σε ποιο νερό θα σε ξαναβρώ;
Τι κρίμα που σου ανήκει πια η γη
Αποσύρονται οι πλανόδιοι
των άχρηστων αντικειμένων


καταποντισμένη ακτήμων έλλειψη


Μαρία Ροδοπούλου

9 Απρ 2011

Αναποφάσιστη Μέρα

Η μέρα που δεν αποφασίζει να έρθει
Αλυσοδεμένη στους μίσχους της σκάλας
που οραματίζεται
Οι υποσχέσεις αποκτούν νόημα
μόνο όταν κάποιος τις προδώσει, γράφω στο ημερολόγιο
Ο μόνος που απαντά είναι ο ζογκλέρ
ανάβει με την ανάσα του την φωτιά
Φτηνό κόλπο, του λέω.
Ξέρεις πόσες παρεξηγημένες φλόγες
κρύβει εκείνος με το ριγέ πουλόβερ
που μυρίζει ναφθαλίνη;
Μόνος του έχει καταλάβει
δώδεκα ολόκληρα τετραγωνικά
στην αδιέξοδη πόλη
Κι ούτε μια σπίθα δεν ξόδεψε για να τους πείσει
Κάποτε θα γράψει μια τόσο ωραία ιστορία
που θα σβήσει όλες τις φωτιές
με μια και μόνο βελόνα
Προς το παρόν αρκείται στην αθωότητά του
Δεν είναι η μικροψυχία των ονείρων
Η φήμη τους είναι που γεννά αναποφάσιστες ώρες
Και η αλήθεια είναι ύποπτη αλληγορίας

Η μέρα που στέκεται μαγκωμένη
ανάμεσα σε μένα και στην σκάλα
περιμένει υπομονετικά
κουρδίζοντας όλα τα ξεκούρδιστα παπούτσια μου



Μαρία Ροδοπούλου

26 Μαρ 2011

Το ενοχλητικό αυτονόητο

Τόσο αυθεντικό το αυτονόητο
που άθελά του γεννά λύπη
Όπως και να μετακινηθεί
πλήρης απουσία κάθε αμφιβολίας

Τα βράδια
η γυναίκα ανάβει προσευχές
κάτω από την ασπρόμαυρη μαντίλα της
Από ζωή σε θάνατο
από ανάσα σε πνιγμό
από φωτιά σε στάχτη
εξομολόγησε
ένα-ένα τα αποδεδειγμένα

Όλα τα υποθετικά
αρμενίζουν ξέπλεκα
στα στεγασμένα
αρμυρά μαλλιά της

Τόσο φορτικό το προφανές
που ηθελημένα λύνει τους ασκούς
Ανοίγει με δύναμη το παράθυρο
Ταχυδακτυλουργός άνεμος
εξαφανίζει το μαντήλι

Τα αποκαλυφθέντα
λεηλατούνται
από το αναμφισβήτητο



Μαρία Ροδοπούλου

Υ।Γ

Με τόσα αδιαφιλονίκητα
πως θα κρατήσεις
κρυφές τις προσευχές;

21 Μαρ 2011

Νεκρό Βράδυ

Ετοιμόρροπη λογική
λαμβάνει εξιτήριο
Της θύμησης ανίατη

Γερνάει το σώμα
στα τυφλά της όρασής σου νέφη
Το φεγγάρι λασπωμένο

Δολώνει τις ώρες η νύκτα

Μια περίληψη στην κορνίζα
έχει απλώσει στα μάτια
τον ιστό της

Οι λεπτομέρειες στον τοίχο
διηγούνται την ιστορία
που παρέλειψε το απόσπασμα
στο οπισθόφυλλο του ονείρου

Υπαινιγμός πραγματικότητας

Η γυναίκα σηκώνεται
Στρώνει την μακριά φούστα
Κρύβει τα κομματιασμένα μέλη

Το πάτωμα φαγωμένο από την πεινασμένη κορνίζα

Στο παράθυρο
κρεμασμένο
το νεκρό βράδυ


Μαρία Ροδοπούλου

Dark Virtual Poetry

Dark Virtual Poetry σημαίνει αποκάλυψη της Σκοτεινής Ανθρώπινης Πλευράς. Δεν στοχεύει στην Εσταύρωση Πιστεύω ούτε στη γελοιοποίηση Ηθών. Δεν υποκύπτει όμως στους συντηρητικούς ευνούχους, αξιολύπητα τέκνα μιας ανέραστης, νεκρής κοινωνίας. Δεν διαφημίζει , δεν ψάχνει για οπαδούς. Ίσα Ίσα τους απεχθάνεται . Ενδιαφέρεται Μόνο για αληθινούς φίλους αναγνώστες. Σκοπός της Μαρίας Ρ. η Απομυθοποίηση Ανθρώπων και Θεών.Δεν υπάρχει προορισμός και οι διαδρομές είναι ασχημάτιστες.

Η Γη πυρπολείται απο υπ-ανθρώπους αλλά εμείς ακόμα υπάρχουμε και κανείς δεν μπορεί να μας στερήσει τη ξιφολόγχη των λέξεων

Αλλά πάντα
υπάρχει το αύριο
που γεννά νέες προσδοκίες
νέα αινίγματα
νέα θαύματα

Σήμερα θ’ αρκεστούμε
στη σιωπή


Μ.Ρ
Οι υποτελείς μέρες
σπαταλώνται άνετα
στην αυτοτελή μας δυστυχία
καθώς τρέφονται
τα γύφτικα ερπετά
απ'την αυτάρκεια
του πόνου μας


Μ.Ρ.

Alex Papadiamantis

Blog Archive