8 Νοε 2008

heavy metal


Le savon s’effondre
Et sur le sol tu tends ta passion
cachee des preservatifs non uses


on renvoie les inutiles

~Xavier ~



I.

Heavy metal λέξεις
στο άκρον άωτον της σιωπής
Ανεξέλεγκτες μουτζούρες
στο πέρα δώθε
αποδημητικών ακροατών

Αχ και να 'ξερα να γράφω
Να δεις τι μετανάστη
πυρετό θα σου 'στελνα


II.

Κι αν στο θάνατο αφέθηκα
είναι γιατί
στο πλάι σου προσπάθησα
ν’ αναπνεύσω

Σαν τον τρελλό
που με το ζόρι κρατιόταν
απο το περβάζι του ισογείου

Φοβόταν μη τυχόν
πιο κάτω πέσει

Αλλά είμαι υπομονετική

Κάποτε μόνος σου
θα γκρεμιστείς
- παλιό τούβλο
απ’ την ανάγκη διαβρωμένo -

Είναι το χώμα πεινασμένο
και το στόμα άνεργο πολύ καιρό

III.

Στο δωμάτιο υπηρεσίας
σε πολυτελές ξενοδοχείο της Βάρκιζας
Παράνομες καμαριέρες,
βιάστριες κατ’ εξακολούθηση
πουπουλένιων μαξιλαριών,

τακτοποιούν πολυτελείς αποσκευές
με χέρια που χωρίς δάχτυλα
θωπεύουν γδαρμένους γλουτούς

χρυσώνουν το χάπι του εφιάλτη
και ράβουν κομμένους καρπούς
με επιβλητικές προσευχές
των μόδιστρων του θεού

κι ας λένε απο την υποδοχή
ότι φταίει η στενότητα του χώρου

αχαλίνωτες
εικονικές καταστάσεις
στα κόκκινα ξενοδοχεία
της εξώγαμης φαντασίας μου

να σας κρατήσω ένα τρίκλινο ;

IV.

Φτύνω τα χρυσά νούμερα
Στις μικρές αθέατες ατζέντες

Τις συμφωνίες
στις στρογγυλές σουίτες
του παρθενικού πολιτισμού

Αναιρώ ιλαροτραγωδίες

νεκρών φασιστών

Μόνιμος τρωγλοδύτης
της μεταδοτικής αλαζονείας
του σάλιου σας

αποφάσισα να είμαι


Mais quand tu decideras de voler
Rapelles moi de t’offrir un Hollandais

~Xavier~



Μαρία Ροδοπούλου

19 Οκτ 2008

10 πληγές συν μία

Dali

Φίλοι μου πολλές οι ουλές που φέρει
ο καθένας μας εντός του

Ελάχιστες απο αυτές στα μάτια σας δωρίζω

I.

Αυτοκαταστρέφομαι
στις μοναχικές αρένες
φυλλοβόλων επιθυμιών

Υπονομεύω ζωή
για να καλοπιάσω τον θάνατο

Στο στόμα μου αθέατος κολυμπά
Φοβάμαι ότι μέσα μου θα πνιγεί

Kαι πως, αγαπημένε,
με νεκρολούλουδων ανάσα
θα σε φιλήσω;


II.



Όπως και να ντυθείς, Ερήμωση

Πάντα τον ίδιο αριθμό
θα έχεις στο μέτωπο χαραγμένο

Εφτά είναι οι δρόμοι
της σιωπηρής πορείας

και ένα ρούχο μόνο ταιριαστό
με το χρώμα των ματιών σου



III.

Θα ξεπλύνει, είπε,
τα δάχτυλα
απο μια και μόνο θύμηση

μα ξέχασε τη πόρτα ανοιχτή

απρόσκλητη κατέφτασε η επιθυμία
φονεύοντας με οργή όλες τις αποφάσεις


ΙV.

Για πόσο καιρό Αγωνία
τα χέρια μου θ’ αγκαλιάζουν ;

Απόκαμα, Κύριε,
τα δάνεια τους να εξοφλώ

Aισθημάτων πτώχευση κήρυξα


V.

Σήμερα είδα το φεγγάρι που έδυε
Δεν άντεξα, αγαπημένε

Λύγισα

Σε σκέφτηκα …


VI.

Ευτυχώς
που μόνο το γέλιο μου αγγίξατε

Δε θα επιθυμούσα
με το χάδι σας το κλάμα μου
να πληγώσετε

VII.

'Ολες τις προσευχές έσταξα
στο μέτωπο της λύπης σου

Καμιά δεν στάθηκε ικανή
το αίμα στα μάτια σου
να σφουγγίσει

Αιώνες πια νεκρός
κι ακόμα αιμορραγείς ...

VIII.

Μόνο αυτή τη πληγή φορεσιά έχω

Την κρέμασα έξω να στεγνώσει
μα πάλι η κλέφτρα θλίψη μου την πήρε

Και πως μέσα σου
ολόγυμνη τραυμάτων θα χαθώ;

ΙΧ.

Σήμερα
στο κρεβάτι της Περιφρόνησής σας
θα ξαπλώσω

Την τρυφερή απαξίωση
μάλλινη κουβέρτα θα σκεπαστώ

Αλλά σαν θα ξυπνήσω ...

'Οταν θα ξυπνήσω
από τον εφιάλτη
της Ενάρετης Σκέψης σας
θα έχω απελευθερωθεί

Χ.

Αν καταφέρω
τις δέκα πληγές μου
σωστά να επιδέσω

Αν μπορέσω στους δρόμους
να κυκλοφορήσω
χωρίς να σβήνω το τσιγάρο μου
στην αδιάκριτη παλάμη σας

Αν καταλάβω
τη χθεσινή ομιλία σας
περί "Φιλοσοφία της Ευδαιμονίας"

(είχαν τ'αυτιά μου ματώσει
από τα δακρυγόνα ξένης λύπης)

τότε θα σας ιστορήσω
πως απέκτησα
τη μια και μοναδική ουλή
που στα χείλη περήφανα φέρνω

H Ενδέκατη πληγή

Και πότε θα έβρισκες καιρό να μ’αγαπήσεις;

Όλη η ζωή μας
Ένας και μοναδικός χαιρετισμός
Όμως αμέτρητα τ’ αντίο

Στους συρμούς της απόγνωσης
αυτοκτονούσαμε τα θέλω
ανασταίνοντας τα Πρέπει και τα Όμορφα

Και εγώ αλόγιστα ξόδεψα τον χρόνο
προσπαθώντας να με αθωώσω
σε μάτια που κατάλευκα γεννήθηκαν
Με ξεβαμμένες ρώγες και μαραμένα στήθη
την Αφροδίτη απο την αρχή να πλάσω

Μόνο το χρώμα που έπρεπε
το στόμα μου να βάψω
επέμενες να μου δωρίσεις

Ποτέ δεν διευκρίνισες
ποιά όφειλα εντός χειλιών να είμαι
Παρά μόνο άρωμα γυναίκας με κατέδωσες

Και στο τέλος
Θηλυκό ευρείας κατανάλωσης με ενοχοποίησες

Σημείωση

Πόσο το πρόσωπο να γυμνώσω
για να καταφέρετε
πίσω απο αυτό να δείτε;


Μαρία Ροδοπούλου

24 Ιουν 2008

Αφορισμός




Δέχομαι σκευωρίες
ηθικών αξιών

Καταργώ ατομική βούληση
Στο όνομα
της ενδεδυμένης κοινωνικής
Καλοσύνης

Δεν Είμαι πια
παρά μια μονάδα του φθίνοντος Όλου

του Φωτεινού Κύκλου
που τρώει πνεύμα και σάρκα
για να παχύνει αδηφάγα ψυχή

Απαρνούμαι ένστικτο επιβίωσης,
Γίνομαι βορά
στα χέρια των ενάρετων

Με μια απορία στο τέλος με αφορίζω

O Θεός ζεί ακόμα;

Αναθεωρώ
διεφθαρμένη εξέλιξη,
αποφεύγω χειραψίες
με ιδρωμένες παλάμες

Επαναστατώ στο Ολόκληρο,
Γίνομαι Εγώ
Απορρίπτω
καθαγιασμένες δεισιδαιμονίες.

Επιχειρώ
ανθρώπινη προσέγγιση ...



Μαρία Ρ.


Στους αρχικούς στίχους
είναι άλλη η αναζήτηση
Φοβόταν η υποφαινόμενη να θέσει
την πραγματική ερωτηση.
Σε μία προσπάθεια ξεπερασμού
των δισταγμών της και μη θέλοντας
απάντηση τελικά θέτει την απορία
που όλο το βράδυ την τυραννούσε..

Ο νοών νοείτω...

31 Μαΐ 2008

Λεπροί καιροί











Παραμένω ακίνητη.
Το νιώθω.
Εξελίσσομαι σε αναμονή.
Δεν θα μπορέσω να ολοκληρωθώ ποτέ.

Είμαι άγονη προσμονή ή γόνιμος βάλτος ;
κι όμως μια νεκρή φύση είμαι,
αναίτια
χωρίς πατρότητα,
χωρίς προέλευση,
χωρίς πιστοποιητικά γνησιότητας.

Το μόνο που γνωρίζω
είναι πως
να τυλίγω αυθεντικό θάνατο.
Μια δικαιολογία περιμένω
για να τον δωρίσω.

Αν κάποτε γεννιόμουν
θα κρατούσα την αναπνοή μου.
Απο φόβο εκπνοής νεκρού.
Καταπίνω νύχτα
και αποβάλλω φως
μα ποτέ δεν ανασαίνω.

Δεν είμαι ο θάνατος.
Παρά μόνο ο εφευρέτης του.
Αν ψήφιζαν οι πεθαμένοι
θα γινόμουν Θεός.

Μα αρκούμαι στην ακινησία.
Εξελίσσομαι σταθερά
σε ταριχευμένη ανάσα.

Είμαι το ά-κλιτο στόμα
«της αβάσταχτης ελαφρότητας του είναι»,
το εξαίσιο χασμουρητό των Λεπρών Καιρών.




Μαρία Ρ.

27 Απρ 2008

H Δημοπρασία της Εξιλέωσης





















Οδύνη

ξεκίνησα στων βογγητών τους δρόμους

θαρρώντας

κρεμασμένους
φτερά στο στόμα να φυτρώνουν,
να κατεβαίνουν ουρανό
στο χώμα μάρμαρα να ριζώνουν,

άγγελους για μια σταγόνα πτήση
τα δέντρα να ικετεύουν,
Ω Κύριε που είσαι, λίγο έλεος
να στάξεις στους τσακισμένους ώμους;

Όνειδος
κατέληξα στων άθλιων τις πολιτείες

Θαρρώντας

Πόρνες άφυλες ,
στα λευκά ενδεδυμένες,
να με φονεύουν σε Οίκους αποΣτειρωμένους ,
- ω τι ηδονή να σκοτώνεις χωρίς τα χέρια να λερώνεις-
σε πτυελοδοχεία λέξεων να με ξορκίζουν ,
κάθε που η Βούληση τολμούσε ν’αναστηθεί

Δικαίους Φαρισαίους
σε ένα ανθισμένο albero di Giuda
ν’απαγχονίζουν , εμένα, την Βαβυλώνεια Θεά
και με τη ξεριζωμένη γλώσσα μου
καινά Δαιμόνια να προσηλυτίζουν

και εγω Κύριε,προσπάθησα
μα όσες φορές και αν τις παλάμες κάρφωσα
πάνω σε αυτοδίδακτους στεναγμούς
ποτέ δεν τεντώθηκα σωστά σε κάλπικους σταυρούς

και ήταν αυτοί που στα πόδια
ενός αργοπεθαίνοντος Ήμαρτον
κίνησαν να βρούν την απάντηση
με ένα χάρτινο «κύριε ελέησον» στα χείλη

Αλίμονο, έφτασαν αργά στην προσευχή
Είχε καιρό τελειώσει της εξιλέωσης η δημοπρασία

Και ήταν κλειστές οι Θύρες
προς τη Λύτρωση
ή εστω προς σε μια συγκεκριμένη Αμαρτία



Μαρία Ρ.

15 Απρ 2008

Παράλληλα Όνειρα

Καταλαβαίνω
οτι δεν έχεις χρόνο να διαβάζεις
απο τότε που εκτάκτως αναχώρησες,
φορτωμένος
με μια προδότρα προσδοκία ,
για τον πολυδιαφημιζόμενο
τροπικό των ονείρων.

Προσπαθώ τόσο καιρό
να εφεύρω μια επείγουσα
δικαιολογία για να σου γράψω
αλλά το μόνο που βρήκα
είναι η παλιά κούπα σου .
Αυτή που στο κορμί της φέρνει
πέντε αστέρια
και ένα μικρό χαμογελαστό φεγγάρι.
Παρατήρησα μια βαθιά ρωγμή
στο γέλιο του
και αισθάνθηκα υποχρεωμένη
να σε ενημερώσω.

Πιθανότατα ,
αν δεν επιστρέψεις σύντομα,
Θα καταστεί αδύνατη
η οποιαδήποτε επιδιόρθωση της αναμονής.

Επίτρεψε μου κλείνοντας
να σε ρωτήσω
αν ακόμα πεινάς γι’αντίο
και αν έμαθες για τα παράλληλα όνειρα.

Τελικά τέμνονται ή όχι ;


Σημείωση

Πάντα ήμουν υπέρ
της μαθηματικής στάσης
απέναντι στη ζωή.
Πίστευα ότι όνειρα παράλληλα
ποτέ δεν ανταμώνονται.
Ομως οι κανόνες τελικά
έχουν εξαιρέσεις...

Μαρία Ρ.

30 Μαρ 2008

Ο Θεός , μια ομπρέλλα και ένα φρεσκο κρεμμύδι

Και επειδή οι αναμνήσεις
ποτέ πουθενά δεν οδήγησαν
και οι νύχτες
έλυσαν μεν κάποια μυστήρια
μα αναγκαστήκαμε
να θάψουμε κάτω απο το ξύλινο πάτωμα
μερικά όνειρα που έκλαιγαν
σαν πεινασμένα βρέφη
και εμείς σκεφτήκαμε οτι ούτως ή άλλως
ορφανά ήταν ας τα φονεύαμε λοιπόν ,
εγώ βρέθηκα στην αμμουδιά
να σκάβω τρύπες προσπαθώντας
να ξεγελάσω το νερό να τις πλημμυρίσει
μήπως και αδειάσει επιτέλους
η θάλασσα – το είχε κάνει και ένα παιδί
πιο παλιά αυτό αλλά για διαφορετικούς
λόγους. Εκείνο έψαχνε να βρεί τον θεό
ενω εγώ ξέρω που μένει. Έχει όμως
γίνει ερημίτης και μου είπαν οτι δαγκώνει
όποιον συναντήσει –
μέχρι που με πλησίασε εκείνος ο άντρας
μου χάρισε μια μαύρη ομπρέλα
και ένα φρέσκο κρεμμύδι.
«ξέρεις;» τον ρώτησα άναυδη.
«ξέρω μα δεν θα τα καταφέρεις.
Το προσπάθησαν
πολλοί πριν απο σένα αλλά απέτυχαν.
Δεν χωρά η λύπη σου στην απελπισία μου.
θα αναγκαστείς να χρησιμοποιήσεις το κρεμμύδι
μα στο τέλος θα φύγεις και εσύ πάνω στην μαύρη ομπρέλα»
Πολύ μετά ,αφού είχα κρύψει το πτώμα του
κάτω απο ενα βράχο,
συνέχισα απεγνωσμένα να κλαίω.
Γιατί αν πιστέψω έστω και μια στιγμή
ότι η θάλασσα δεν με χωρά τότε τι θ’απογίνω;

Είναι και αυτός ο Θεός που δεν μ’αφήνει να τον χαιδέψω...

Υγ.

Ακόμα αντιστέκομαι
στο ξεφλούδισμα του κρεμμυδιού.
Για πόσο καιρό όμως ακόμα;


Μαρία Ρ.

21 Μαρ 2008

Ποιώ

"Στις αίθουσες αναμονής της λύπης
Γράφονται τα ποιήματα"

"Αμαρτολόγιο" Γιάννης Τόλιας


Θυμάμαι , όταν ήμουν μικρή,
πολλές φορές τα πρωινά
ο πατέρας μου έφευγε για την δουλειά
φορώντας ένα κατάλευκο πουκάμισο.
Τόσο κολλαριστό και μυρωδάτο
που νόμιζες ότι μόλις είχε αγοραστεί.
- Η μητέρα μου και η μανία της
με την τελειότητα. Η κάθε τσάκιση
θύμιζε σιδερωμένη λέξη. –
Tον παρατηρούσα
και σκεφτόμουν τα οριγκάμι.
Αυτά τα τέλεια γιαπωνέζικα σχέδια
που φτιάχνεις με το χαρτί.
Αλλά είναι μόνο για να τα κοιτάς.
Αν τα πιάσεις στα χέρια σου αμέσως χαλάνε.
Και άθελα μου δάκρυζα
και τον ικέτευα να το βγάλει,
ή προσπαθούσα με κάποια κατεργαριά
να του το λερώσω.
Ο πατέρας μου γελούσε λέγοντας
«Mην ανησυχείς.
Το βράδυ που θα γυρίσω
θα έχει γίνει δικό μου»

Συνήθως αργούσε να γυρίσει, τι να έκαμε
κι αυτός (οπως έλεγε με μια βελόνα
έπρεπε να θρέψει οικογένεια)
μα τον περίμενα για να δω αν έλεγε αλήθεια.
Ποτέ δεν με διέψευσε.
Το πουκάμισο ήταν τσαλακωμένο,
οι μανσέτες λερωμένες, κλωστές κολλημένες
πάνω στις τσεπούλες και μια μικρή λαδιά
στόλιζε συνήθως το κέντρο.
Τα μανίκια μισοσηκωμένα και δυο κουμπιά
στο τέλος ξεκούμπωτα.
Αυτό μάλιστα! Ήταν δικό του πουκάμισο.
Ήταν του πατέρα μου το ρούχο και όχι
κάποιας βιτρίνας αξεσουάρ.

Έτσι είναι και το ποίημα.
Ξεκινά ατσαλάκωτο , παρθενικό
μα όταν τελειώσεις μαζί του
φέρνει την δική σου μυρουδιά,
τα χρώματα σου,την ιστορία σου...

_ Σ'αυτούς που ποιούν όχι μόνο με τις λέξεις
αλλά και με τον τρόπο ζωής τους_

Μαρία Ρ.

19 Μαρ 2008

Πεζοδρομίου Εξομολόγηση

Οι Ερωμένοι μου είναι αθώοι

Εγώ η ίδια τους απάλλαξα από τον λόξυγγα των ενοχών
Κάπου ανάμεσα στην Ακαδημίας και την Πανεπιστημίου
τους κατέβασα απο τα μάτια μου
δίνοντας άφεση αμαρτιών

Άνευ όρων παραδόθηκαν
στην εξομολόγηση του ζητιάνου
που έδινε ρέστα προσευχές και δέκα κιλά μετάνοιες

Για να μην τους λυπήσω
οικειοθελώς τους εξαργύρωσα
ελεήμονες φορώντας τους
μαζί με τον τυφλό επαίτη στο αμετανόητο σώμα

(σα μια Πλούσια Πόρνη
που δέχεται πελάτες
ντυμένη με την μεταξωτή γραβάτα τους)

Γι’αυτό και θρασύτατα δηλώνω
Οι ερωμένοι μου είναι αθώοι

Εγώ, όχι



Μαρία Ρ.

14 Μαρ 2008

Προσκυνητές του Ψεύδους





«Λένε οτι είμαστε
κατ’εικόνα και ομοίωση του
Τι θλιβερή διαπίστωση για τον Κύριο.»

παράφραση του Λόυντ Ντάγκλας





Με απόγνωση την κοιτούσα
καθώς προχωρούσε προς το ιερώο.
Κατάλευκο νυφικό και χαμόγελο αγγέλου.
Ήθελα να της φωνάξω
Μαντόνα , πρόσεχε!
H φούστα σου εχει με αίμα λερωθεί.
Βλέπεις,σέρνεται στο πάτωμα
δίπλα απο το Νεκρό Μάρτυρα
του Μυστηρίου.

κι οσο ψιθύριζαν οι έξι δαίμονες,
στον ποδόγυρο της κρεμασμένοι,
βλασφήμιες και κατάρες
οι καθήμενοι στα στασίδια
έβγαζαν τα μάτια τους με γυμνά δάχτυλα
και ξερίζωναν τις γλώσσες
απο τις οχιές
που τυλιγμένες στο λαιμό τους ήταν.

Κύριε , στον Οίκο σου!

και εγώ δεν είμαι
παρά ένα μικρό κερί
που με τρόμο λιώνω στις προσευχές τους,
ανήμπορο στέκομαι
στις μπρούτζινες καντηλιέρες τους
με φόβο προσκυνώ
τις σκοτεινές Αγιογραφίες.

Κύριε, πως να φωτίσω τα μάτια τους
όταν πια νεκρά άυλους τοίχους κοσμούν ;
Και αν ζωντανέψουν οι λευκές κόρες
και στον καθρέφτη κοιταχτούν;
Τότε τι θ’αντικρύσουν, Κύριε;

σημείωση

«με φόβο και τρόμο να κατεργάζεστε Την σωτηρία σας»

Προς Φιλιππίσιους – Απόστολος Παύλος

"Πως ,Κύριε,να σώσω την Ψυχή μου
όταν δεν θυμάμαι σε ποιο Νεκρόδεντρο
την άπλωσα για να τραφεί απο ξένους θρήνους;"


Μαρία Ρ.

28 Φεβ 2008

Συμπαντική Γάγγραινα












Εσείς θα φονεύετε το Σώμα
με της λαγνείας τα σπαθιά
και εγώ θα ανασταίνομαι
πάνω στις παλλόμενες λεπίδες

εσείς θα ξεριζώνετε τα Μάτια
στο κτίριο της φθονερής Δικαιοσύνης
και εγω θα είμαι η Τυφλή
πάνω στην δίγνωμη ζυγαριά σας

εσείς θα ζυμώνετε το Μέλλον
με τις δολερές απαντήσεις
και εγω θα είμαι η Πρόταση
πάνω στην Αναίρεση του Ψεύδους

εσείς θα φυλακίζετε την Υπαρξη
στην Χώρα του Εν τω Μεταξύ
και εγώ θα είμαι η Νόμιμη Εσταυρωμένη
στον λόφο των Παθών σας.

εμπρός λοιπόν,
την πλάτη Ξεγυμνώνω,
και ηδονικά Προσδοκώ
τα ματωμένα Δηνάρια σας.

Mαρία Ρ.


γιατί αλήτρες σκέψεις
κυβερνάσθαι από
μανουάλια καρφωμένα στο ταβάνι;
η σάρκα της δε φτάνει
λεία
να θεωρηθεί;

γιατί σε κάθε της στασίδι
ο καθημερινός γκρεμός σας
με τις ακαθαρσίες του,
μολύνει
ευγονικές ημέρες;

Αγιογράφητη η πλευρά
του ύποπτου κορμού σας,
αρεστή στην υγρασία
της συμπαντικής γάγγραινας.

Η βλάστη του αναίτιου
στυλού σας
δε σας υποψιάζει..
στείρα διαχρονική;

Προσεκτικά ακούστε..
αδιάπτωτοι συνδικαλιστές
με τα φθηνά,
περιουσία με σήψη...

εκείνα πια τα ύψη
προ του τέλους,
θα εύχεστε!


Δημήτρης Δικαίος

16 Φεβ 2008












Άφησα για μια στιγμή
τις εκκρεμότητες να αιωρούνται

- έτσι κι αλλιώς δεν τελειώνουν ποτέ
κι εγώ διερωτώμαι αφού δεν είναι γυναίκες
πως μπορούν και γεννούν συνέχεια
μικρούς δυνάστες πίσω απο τον άδειο τοίχο-

και έτρεξα έξω απο το δωμάτιο θέλοντας να ξεφύγω απο τη κόκκινη πόρτα.
Συνέχεια μου ψιθυρίζει για τις αμαρτίες και για τις μικρές ασήμαντες κλοπές
που διαπράττουν οι μη ανειλλημένες υποχρεώσεις μου

- μα εγώ σκέφτομαι εκείνον τον
ποιητή που έγραφε στις μάντρες μια μόνο λέξη,
οι άλλες τον είχαν παρατήσει επειδή ήταν
μέθυσος , και γελούσε ο τρελλός γιατί όπως
και να την έγραφε πάλι σε κάποιο σημείο της γης πέθαινε μόνος-

Στην ευχή,φώναξα, άστες να γλεντήσουν,
τι θέλουν κι αυτές πέρα από μια μπουκιά ψωμί και λίγο αίμα για να μπορούν να ταίζουν
την ανικανότητά τους να διπλωθούν και να τακτοποιηθούν στα συρτάρια
μαζί με την ναφθαλίνη.

– εκτός απο τους νεκρούς ανθρώπους,
και τα νεκρά ζητήματα απαιτούν τ’αναθήματά τους -

Και θα περπατούσα αμέριμνη για ώρα πολλή με το βάρος να τραγουδάει στην πλάτη
αν δεν συναντούσα εκείνον τον παράξενο άνδρα που καθόταν κάτω απο ένα τεράστιο μανιτάρι.
Ξεγύμνωσε το μπράτσο του και μας έδειξε μια γυμνή γοργόνα που είχε φυλακίσει κάποτε
Με δάχτυλα που έτρεμαν χάιδεψε τα γεμάτα λέπια στήθια της και είπε γελώντας

«Ξέρεις ψάρευα και εγώ φαντασιώσεων υποθέσεις όταν ήμουν ασυρματιστής σ’ ένα εμπορικό καράβι.
Μεταφέραμε γουρούνια απο την Κυανή Ακτή στο Κονοτού γιατι οι πολιτισμένοι δεν άντεχαν την μυρωδιά τους και έτσι από τη μια τα ξεφορτωνόντουσαν και από την άλλη δείχνονταν και σπλαχνικοί.
Είναι μεγάλη υπόθεση να ξεφορτώνεσαι την βρωμιά σου και να σε χρήζουν Ευεργέτη γι αυτό"

Έβγαλε ένα μικρό ασημένιο φλασκί από την τσέπη και αφού το κούνησε
με οργή είπε :
"Ανάθεμά το. Ποτέ δεν αδειάζει τελείως και ποτέ όλο δεν γεμίζει.
Που λες, πόρτα μου, ψάρευα και εγώ ανθρώπους
αλλά ποτέ δεν είχα πιάσει μια τέτοια αβασάνιστη πλάνη
σαν αυτή που σε έχει ζωστεί"

‘Ετσι ,όπως καταλαβαίνετε ,
κατέβασα την πόρτα απο τους ώμους,
την έβαλα στη θέση της και αφέθηκα στη φλυαρία της ενώ σκότωνα
μια – μια τις ακατάστατες εκκρεμότητες.


Μαρία Ρ.

23 Ιαν 2008


Και όμως θα μπορούσα να ορκιστώ
στoυ Φεγγαριού το Λόγο,
που τόσο πιστά τήρησα
σε κάθε νυχτερινή συναυλία,
πως δική μου ήταν η φωνή
που μέσα στο στόμα τους
φωτιές γεννούσε.
Μέχρι που μ’άκουσα ηχογραφημένη
στης Αλαζονείας το φτηνό μπορντέλο.
Τότε θυμήθηκα εκείνον τον ποιητή
που νεκρό τον βρήκαν
με όλα του τα πλούτη
στην αριστερή παλάμη καρφωμένα.
Απο τότε σταμάτησα να ομιλώ
και κατασκευάζω ανώνυμα καρφιά.




Μαρία Ρ. (c) 2008


11 Ιαν 2008

ανήθικη οικοδέσποινα


Οσο και να με καρφώνουν τα λόγια σας
σα μια ανίσχυρη πάνινη κούκλα
εγω πάντα θα επανέρχομαι
και θα στοιχειώνω
τα αξιοπρεπή όνειρά σας
(με το γυμνό μου μέτωπο)

οσο και αν ορύεστε
με δήθεν πύρινες ρομφαίες
και υποδύεστε της Αποκάλυψης τους αγγέλους
εγω πάντα θα ανασταίνομαι
και θα ανοίγω διάπλατα τα παραθύρια
της δικής σας Κόλασης

(με τα νεκρά μου μάτια)

όσο και αν θαρρείτε
πως σταυρώνετε τα δάχτυλα μου
στην άψογα αναίμακτη ηθική σας
εγω πάντα θα εκδίδομαι
και θα εγκαινιάζω τους Οίκους Ανοχής σας

(με το αίμα μου)

Στην δρύινη θύρα
φορώντας το κόκκινο φόρεμα
και το μαύρο μου κραγιόν,
θα σας υποδέχομαι
ως μια τέλεια ανήθικη οικοδέσποινα

Tι λέτε;
Να σβήσω τα φώτα;
(ή φοβάστε;)


Μαρία Ροδοπούλου. (c) 2007

10 Ιαν 2008

tattoo


Με συγχωρείτε ,
κύριε χειρούργε ,
μπορείτε να με αφαιρέσετε
απο την πλάτη που ως τattoo
η αναίσχυντη νιότη
με σκάλισε με νύχια κόκκινα;
τα φτερά μου , βλέπετε,
βάρυναν απο την αιμοχυσία
πολλών ετών
και βάρος είμαι πια
στους γυρτούς ώμους...
Κύριε, το μυστικό μου θα σας πω
για να με καταλάβετε.
Για πεταλούδα με προόριζε το σώμα
μη τυχόν και κάποια μέρα
μπορέσει να ξεφύγει απο τα κοινά
που ανελέητα το σημάδευαν.
Ομως Κύριε,
όλο αυτό το αίμα
πέτρωσε πάνω στο μικρό κορμί μου
και δεν δύναμαι πλεον να πετάξω...

Μαρία Ρ. (c) 2007

Dark Virtual Poetry

Dark Virtual Poetry σημαίνει αποκάλυψη της Σκοτεινής Ανθρώπινης Πλευράς. Δεν στοχεύει στην Εσταύρωση Πιστεύω ούτε στη γελοιοποίηση Ηθών. Δεν υποκύπτει όμως στους συντηρητικούς ευνούχους, αξιολύπητα τέκνα μιας ανέραστης, νεκρής κοινωνίας. Δεν διαφημίζει , δεν ψάχνει για οπαδούς. Ίσα Ίσα τους απεχθάνεται . Ενδιαφέρεται Μόνο για αληθινούς φίλους αναγνώστες. Σκοπός της Μαρίας Ρ. η Απομυθοποίηση Ανθρώπων και Θεών.Δεν υπάρχει προορισμός και οι διαδρομές είναι ασχημάτιστες.

Η Γη πυρπολείται απο υπ-ανθρώπους αλλά εμείς ακόμα υπάρχουμε και κανείς δεν μπορεί να μας στερήσει τη ξιφολόγχη των λέξεων

Αλλά πάντα
υπάρχει το αύριο
που γεννά νέες προσδοκίες
νέα αινίγματα
νέα θαύματα

Σήμερα θ’ αρκεστούμε
στη σιωπή


Μ.Ρ
Οι υποτελείς μέρες
σπαταλώνται άνετα
στην αυτοτελή μας δυστυχία
καθώς τρέφονται
τα γύφτικα ερπετά
απ'την αυτάρκεια
του πόνου μας


Μ.Ρ.

Alex Papadiamantis

Blog Archive