30 Μαρ 2008

Ο Θεός , μια ομπρέλλα και ένα φρεσκο κρεμμύδι

Και επειδή οι αναμνήσεις
ποτέ πουθενά δεν οδήγησαν
και οι νύχτες
έλυσαν μεν κάποια μυστήρια
μα αναγκαστήκαμε
να θάψουμε κάτω απο το ξύλινο πάτωμα
μερικά όνειρα που έκλαιγαν
σαν πεινασμένα βρέφη
και εμείς σκεφτήκαμε οτι ούτως ή άλλως
ορφανά ήταν ας τα φονεύαμε λοιπόν ,
εγώ βρέθηκα στην αμμουδιά
να σκάβω τρύπες προσπαθώντας
να ξεγελάσω το νερό να τις πλημμυρίσει
μήπως και αδειάσει επιτέλους
η θάλασσα – το είχε κάνει και ένα παιδί
πιο παλιά αυτό αλλά για διαφορετικούς
λόγους. Εκείνο έψαχνε να βρεί τον θεό
ενω εγώ ξέρω που μένει. Έχει όμως
γίνει ερημίτης και μου είπαν οτι δαγκώνει
όποιον συναντήσει –
μέχρι που με πλησίασε εκείνος ο άντρας
μου χάρισε μια μαύρη ομπρέλα
και ένα φρέσκο κρεμμύδι.
«ξέρεις;» τον ρώτησα άναυδη.
«ξέρω μα δεν θα τα καταφέρεις.
Το προσπάθησαν
πολλοί πριν απο σένα αλλά απέτυχαν.
Δεν χωρά η λύπη σου στην απελπισία μου.
θα αναγκαστείς να χρησιμοποιήσεις το κρεμμύδι
μα στο τέλος θα φύγεις και εσύ πάνω στην μαύρη ομπρέλα»
Πολύ μετά ,αφού είχα κρύψει το πτώμα του
κάτω απο ενα βράχο,
συνέχισα απεγνωσμένα να κλαίω.
Γιατί αν πιστέψω έστω και μια στιγμή
ότι η θάλασσα δεν με χωρά τότε τι θ’απογίνω;

Είναι και αυτός ο Θεός που δεν μ’αφήνει να τον χαιδέψω...

Υγ.

Ακόμα αντιστέκομαι
στο ξεφλούδισμα του κρεμμυδιού.
Για πόσο καιρό όμως ακόμα;


Μαρία Ρ.

21 Μαρ 2008

Ποιώ

"Στις αίθουσες αναμονής της λύπης
Γράφονται τα ποιήματα"

"Αμαρτολόγιο" Γιάννης Τόλιας


Θυμάμαι , όταν ήμουν μικρή,
πολλές φορές τα πρωινά
ο πατέρας μου έφευγε για την δουλειά
φορώντας ένα κατάλευκο πουκάμισο.
Τόσο κολλαριστό και μυρωδάτο
που νόμιζες ότι μόλις είχε αγοραστεί.
- Η μητέρα μου και η μανία της
με την τελειότητα. Η κάθε τσάκιση
θύμιζε σιδερωμένη λέξη. –
Tον παρατηρούσα
και σκεφτόμουν τα οριγκάμι.
Αυτά τα τέλεια γιαπωνέζικα σχέδια
που φτιάχνεις με το χαρτί.
Αλλά είναι μόνο για να τα κοιτάς.
Αν τα πιάσεις στα χέρια σου αμέσως χαλάνε.
Και άθελα μου δάκρυζα
και τον ικέτευα να το βγάλει,
ή προσπαθούσα με κάποια κατεργαριά
να του το λερώσω.
Ο πατέρας μου γελούσε λέγοντας
«Mην ανησυχείς.
Το βράδυ που θα γυρίσω
θα έχει γίνει δικό μου»

Συνήθως αργούσε να γυρίσει, τι να έκαμε
κι αυτός (οπως έλεγε με μια βελόνα
έπρεπε να θρέψει οικογένεια)
μα τον περίμενα για να δω αν έλεγε αλήθεια.
Ποτέ δεν με διέψευσε.
Το πουκάμισο ήταν τσαλακωμένο,
οι μανσέτες λερωμένες, κλωστές κολλημένες
πάνω στις τσεπούλες και μια μικρή λαδιά
στόλιζε συνήθως το κέντρο.
Τα μανίκια μισοσηκωμένα και δυο κουμπιά
στο τέλος ξεκούμπωτα.
Αυτό μάλιστα! Ήταν δικό του πουκάμισο.
Ήταν του πατέρα μου το ρούχο και όχι
κάποιας βιτρίνας αξεσουάρ.

Έτσι είναι και το ποίημα.
Ξεκινά ατσαλάκωτο , παρθενικό
μα όταν τελειώσεις μαζί του
φέρνει την δική σου μυρουδιά,
τα χρώματα σου,την ιστορία σου...

_ Σ'αυτούς που ποιούν όχι μόνο με τις λέξεις
αλλά και με τον τρόπο ζωής τους_

Μαρία Ρ.

19 Μαρ 2008

Πεζοδρομίου Εξομολόγηση

Οι Ερωμένοι μου είναι αθώοι

Εγώ η ίδια τους απάλλαξα από τον λόξυγγα των ενοχών
Κάπου ανάμεσα στην Ακαδημίας και την Πανεπιστημίου
τους κατέβασα απο τα μάτια μου
δίνοντας άφεση αμαρτιών

Άνευ όρων παραδόθηκαν
στην εξομολόγηση του ζητιάνου
που έδινε ρέστα προσευχές και δέκα κιλά μετάνοιες

Για να μην τους λυπήσω
οικειοθελώς τους εξαργύρωσα
ελεήμονες φορώντας τους
μαζί με τον τυφλό επαίτη στο αμετανόητο σώμα

(σα μια Πλούσια Πόρνη
που δέχεται πελάτες
ντυμένη με την μεταξωτή γραβάτα τους)

Γι’αυτό και θρασύτατα δηλώνω
Οι ερωμένοι μου είναι αθώοι

Εγώ, όχι



Μαρία Ρ.

14 Μαρ 2008

Προσκυνητές του Ψεύδους





«Λένε οτι είμαστε
κατ’εικόνα και ομοίωση του
Τι θλιβερή διαπίστωση για τον Κύριο.»

παράφραση του Λόυντ Ντάγκλας





Με απόγνωση την κοιτούσα
καθώς προχωρούσε προς το ιερώο.
Κατάλευκο νυφικό και χαμόγελο αγγέλου.
Ήθελα να της φωνάξω
Μαντόνα , πρόσεχε!
H φούστα σου εχει με αίμα λερωθεί.
Βλέπεις,σέρνεται στο πάτωμα
δίπλα απο το Νεκρό Μάρτυρα
του Μυστηρίου.

κι οσο ψιθύριζαν οι έξι δαίμονες,
στον ποδόγυρο της κρεμασμένοι,
βλασφήμιες και κατάρες
οι καθήμενοι στα στασίδια
έβγαζαν τα μάτια τους με γυμνά δάχτυλα
και ξερίζωναν τις γλώσσες
απο τις οχιές
που τυλιγμένες στο λαιμό τους ήταν.

Κύριε , στον Οίκο σου!

και εγώ δεν είμαι
παρά ένα μικρό κερί
που με τρόμο λιώνω στις προσευχές τους,
ανήμπορο στέκομαι
στις μπρούτζινες καντηλιέρες τους
με φόβο προσκυνώ
τις σκοτεινές Αγιογραφίες.

Κύριε, πως να φωτίσω τα μάτια τους
όταν πια νεκρά άυλους τοίχους κοσμούν ;
Και αν ζωντανέψουν οι λευκές κόρες
και στον καθρέφτη κοιταχτούν;
Τότε τι θ’αντικρύσουν, Κύριε;

σημείωση

«με φόβο και τρόμο να κατεργάζεστε Την σωτηρία σας»

Προς Φιλιππίσιους – Απόστολος Παύλος

"Πως ,Κύριε,να σώσω την Ψυχή μου
όταν δεν θυμάμαι σε ποιο Νεκρόδεντρο
την άπλωσα για να τραφεί απο ξένους θρήνους;"


Μαρία Ρ.

Dark Virtual Poetry

Dark Virtual Poetry σημαίνει αποκάλυψη της Σκοτεινής Ανθρώπινης Πλευράς. Δεν στοχεύει στην Εσταύρωση Πιστεύω ούτε στη γελοιοποίηση Ηθών. Δεν υποκύπτει όμως στους συντηρητικούς ευνούχους, αξιολύπητα τέκνα μιας ανέραστης, νεκρής κοινωνίας. Δεν διαφημίζει , δεν ψάχνει για οπαδούς. Ίσα Ίσα τους απεχθάνεται . Ενδιαφέρεται Μόνο για αληθινούς φίλους αναγνώστες. Σκοπός της Μαρίας Ρ. η Απομυθοποίηση Ανθρώπων και Θεών.Δεν υπάρχει προορισμός και οι διαδρομές είναι ασχημάτιστες.

Η Γη πυρπολείται απο υπ-ανθρώπους αλλά εμείς ακόμα υπάρχουμε και κανείς δεν μπορεί να μας στερήσει τη ξιφολόγχη των λέξεων

Αλλά πάντα
υπάρχει το αύριο
που γεννά νέες προσδοκίες
νέα αινίγματα
νέα θαύματα

Σήμερα θ’ αρκεστούμε
στη σιωπή


Μ.Ρ
Οι υποτελείς μέρες
σπαταλώνται άνετα
στην αυτοτελή μας δυστυχία
καθώς τρέφονται
τα γύφτικα ερπετά
απ'την αυτάρκεια
του πόνου μας


Μ.Ρ.

Alex Papadiamantis

Blog Archive