Χαμήλωσα τόσο πολύ το άσπρο
που πλέον δεν το βλέπω
Ολούθε γύρω μου
μαύρες φωτιές
και εγώ στο κέντρο παγωμένη
Λερναίες ύδρες
μέρες
που τίποτα δεν τις φονεύει
παρά δύστυχα πολύφημα βράδια
Τόσες φορές έλυσα την άσκηση
που παραιτήθηκε το πρόβλημα
Ολούθε γύρω μου
μαγειρεμένα ίσον
και εγώ στο μέσον
με χέρια φορτωμένα
από μεταναστευτικά δεδομένα
Ξεχειλισμένες μοίρες
που ρίχνουν δηλητηριώδεις σαϊτιές
σ’ εκείνο που δεν είμαι
και εγώ
της Ηλέκτρας νόθο πλευρό
πεθαίνω από την γεωμετρική πρόοδο
κλυταιμνηστρών
κοκκαλωμένη
σε μια αιωνιότητα που τίποτα δεν δανείζει
σε ψυχορραγούσα ώρα
Πολύ λιγόστεψα την ιστορία
ίσα ίσα για βραδινές επιδρομές
στον κήπο της Πανδώρας
που φέρει
στην ανάσα πορτοκάλια
άνθη θανάτου στα μαλλιά
και στα χείλη
της Μέδουσας το λυπημένο βλέμμα
της Μέδουσας το λυπημένο βλέμμα
Μαρία Ροδοπούλου