Μικρόσωμη ήταν η Βροχή
Μια τόση δα σταγόνα χαλασμένης βρύσης
Μα οι άλλοι για καταιγίδα την θάρρεψαν
Διψασμένοι έσπευσαν να απλώσουν τις παλάμες
Κάπου στον αγώνα τα μάτια είχαν χάσει
Ποτέ όμως την επιθυμία για θαύματα
Αυτό τους οδήγησε στην αυταπάτη
Και ήταν λάγνα η μικρή σταλιά
Την έβλεπες από χαμηλά
Και νόμιζες πως αν θέριευες ανάστημα
Θα δρόσιζες με δαύτη τον ουρανίσκο
Αλλά όσο κι αν όρθωνε κορμί
ίσα - ίσα που πρόφταινε μέτωπο να θωπεύσει
Όσο κι αν θάρρος ψήλωνε
- τόσο που πίστευες πως Γυναίκα ήταν -
αλίμονο την στένευαν οι έννοιες
Η ερμηνεία είχε ξεχειλώσει για να τη χωρέσει
μάταια...
Κανείς δε κατάλαβε πως ορμητικό νερό δε θα γινόταν
Όπως είπα
Σταγόνα παλαιών υδραυλικών ήταν
Κανείς μας δεν είχε προσέξει τη μούχλα
στον παλιό νιπτήρα
Μαρία Ροδοπούλου