Φοβάμαι ότι κάποτε
μόνο η φρίκη
θα με νανουρίζει...
μόνο η φρίκη
θα με νανουρίζει...
Και πάνω που είχαν αρχίσει τα σκυλιά να ησυχάζουν
φάνηκαν στον ορίζοντα πεινασμένα τσακάλια
Χιόνιζε εκείνη την ημέρα
λες και γιορτάζανε την γέννηση ενός ακόμα αθώου
Ήθελε θάρρος να παραδεχτούνε
τον ερχομό ενός αιώνιου ταξιδιού
χωρίς αποσκευές στην πλάτη
παρά μόνο ένα κενό μνήμα
και μια μαραμένη φωτογραφία
στην ανώφελη τσέπη
Χαμένα μάτια
καμένα βλέφαρα
αλλά το πρόσωπο ακόμα ουρλιάζει
Κλειστές οι κουρτίνες
φριχτός ο θόρυβος από τα μαλλιά που πέφτουν
πλέκει γαϊτανάκι ο θάνατος
στην βεράντα της
Μια φιλική γλώσσα κοροϊδεύει τον τρόμο
Μην προσπαθείς να με βρεις στα όρια
της ανθρωπιάς με την σάρκα
φίλε μου
οι ώρες περνούν αλλά η πείνα μένει
Κι αυτή καράβι
που εξόκειλε σε σαπισμένο κόσμο
Μαρία Ροδοπούλου