Μικρά κυπαρισσάκια
που μου γνέφουν από μακριά
ρίχνουν τον ίσκιο τους
στη πεινασμένη γη
Εγώ
μια μικρή λευκή σαύρα
που ξέβαψα
ανάμεσα στα σύρματα και στην αρμύρα
που μου γνέφουν από μακριά
ρίχνουν τον ίσκιο τους
στη πεινασμένη γη
Εγώ
μια μικρή λευκή σαύρα
που ξέβαψα
ανάμεσα στα σύρματα και στην αρμύρα
κάθε που
βράδυ έρχεται
κλέβω φως απ’το φεγγάρι
και πλέκω θρήνους
πάνω στ’ανάλγητο
κλέβω φως απ’το φεγγάρι
και πλέκω θρήνους
πάνω στ’ανάλγητο
πέτρινο σπίτι
μου
«Αχ Μαρία
στημένες μάχες
πολεμάς ...
Κάθε βράδυ
σηκώνω λίγο το φουστάνι
για να χωρέσει
ο κόσμος που σε σκοτώνει
Καθώς έρχεται ο χειμώνας
κατεβαίνουν όλο και πιο νότια
τ’αρπακτικά
Σύννεφο στο σύννεφο
κατασπαράζουν του μέλλοντος
τα τρυφερά χεράκια
Μου αρέσει το πρωί
όταν όλες οι μνήμες
μπερδεμένες στ’αγουροξυπνημένα μάτια,
γυρεύουν γρίλιες ανοιχτές
ν’αποδράσουν
αλλά προσκρούουν
στα τείχη του αίσχους
το καλύτερο όμως είναι
πως δεν μπορώ να με κατηγορήσω
για ακαταστασία
Κρυφή Συνένοχος
Στις εκτρώσεις
«Αχ Μαρία
στημένες μάχες
πολεμάς ...
Κάθε βράδυ
σηκώνω λίγο το φουστάνι
για να χωρέσει
ο κόσμος που σε σκοτώνει
Καθώς έρχεται ο χειμώνας
κατεβαίνουν όλο και πιο νότια
τ’αρπακτικά
Σύννεφο στο σύννεφο
κατασπαράζουν του μέλλοντος
τα τρυφερά χεράκια
Μου αρέσει το πρωί
όταν όλες οι μνήμες
μπερδεμένες στ’αγουροξυπνημένα μάτια,
γυρεύουν γρίλιες ανοιχτές
ν’αποδράσουν
αλλά προσκρούουν
στα τείχη του αίσχους
το καλύτερο όμως είναι
πως δεν μπορώ να με κατηγορήσω
για ακαταστασία
Κρυφή Συνένοχος
Στις εκτρώσεις
τακτοποιημένων
υποθέσεων
Τελώ Φόνους
Συμμορφωμένων Παραισθήσεων
Με αχτένιστα τα βλέφαρα
βολικής συγκατάβασης
Τελώ Φόνους
Συμμορφωμένων Παραισθήσεων
Με αχτένιστα τα βλέφαρα
βολικής συγκατάβασης
γεμίζω τη
κλεψύδρα μου
με κλεμμένες ψυχές
κάποτε ακόμα
κι οι αιμοδιψείς θεοί
πεθαίνουν
Τα κέρδη τους σκορπίζονται
στον άνεμο
ενώ οι ίδιοι σαπίζουνε στο χώμα
Τότε θ'αδειάσω
με κλεμμένες ψυχές
κάποτε ακόμα
κι οι αιμοδιψείς θεοί
πεθαίνουν
Τα κέρδη τους σκορπίζονται
στον άνεμο
ενώ οι ίδιοι σαπίζουνε στο χώμα
Τότε θ'αδειάσω
στους διαδρόμους
των άδειων ναών
τη γεμάτη κλεψύδρα
για να προλάβω
τα επόμενα σαρκοφάγα όρνια...»
Μαρία Ροδοπούλου
των άδειων ναών
τη γεμάτη κλεψύδρα
για να προλάβω
τα επόμενα σαρκοφάγα όρνια...»
Μαρία Ροδοπούλου