Κάποτε
σε ένα μπαρ του Δουβλίνου
τρείς κουτσές μύγες και ένας μεθυσμένος μονόχειρας ιερέας
- τον οποίον ένα τραγικό συμβάν τον είχε σημαδέψει από νηπιακή σχεδόν ηλικία ,
εγκατελελειμένος σε μια ξυλαποθήκη από τους
γονείς του τα τρωκτικά είχαν φάει
σχεδόν όλα του τα γεννητικά όργανα μαζί με το δεξί του χέρι έτσι όταν μεγάλωσε αποφάσισε ότι ο προορισμός του ήταν να γίνει υπηρέτης του Θεού γνωρίζοντας την Αγάπη
Του για όλα τα πλάσματα της Φύσης-
συζητούσαν έντονα για τον Θεό και τον Διάβολο
Δεν είχαν καθόλου πάρει είδηση την διαδήλωση
που λάμβανε μέρος στον κεντρικό δρόμο.
Κάποια στιγμή μια σφαίρα διαπέρασε το τζάμι
και καρφώθηκε στο στήθος του μπάρμαν.
Εκείνος φτύνοντας αίμα από το στόμα άρχισε να καλεί σε βοήθεια τον πάτερ.
Τόσο απορροφημένος ήταν όμως από την κουβέντα
ο ιερέας που δεν άκουσε τίποτα
Ο χάρος στάθηκε δίπλα του και κούνησε με απορία
το κεφάλι του.
Κύριε, είπε χαμηλόφωνα, αυτός εδώ ο ανόητος θνητός
κουτσομπολεύει εσένα και τον τρισκατάρατο αδερφό σου
με τρείς κουτσές μύγες ενώ οι άλλοι πεθαίνουν
Έτσι είναι αιώνιε φίλε μου, του απάντησε ο Θεός
όλα τα όντα σε αυτόν τον κόσμο βρίσκουν κάπως
να περάσουν την ώρα τους και στην προσπάθειά τους να αγνοήσουν την ύπαρξή σου χρησιμοποιούν
το Όνομα μου μάταια. Περίεργο! Τυφλούς με τα μάτια
στην σωστή θέση, τους έφτιαξα!
άφες αυτοίς
ανάπηροι γεννήθηκαν
αλλά και αυτοί
που δεν έχουν σωματικό ελάττωμα, αγαπημένε
μου Αφανιστή, κάπως θα έβρισκαν την ευκαιρία
να σου στερήσουν την ευχαρίστηση
να καταβροχθίσεις
Ολόκληρη την έστω αμφισβητούμενη Οντότητά τους
Μαρία Ρ.