Φίλοι μου πολλές οι ουλές που φέρει
ο καθένας μας εντός του
Ελάχιστες απο αυτές στα μάτια σας δωρίζω
Αυτοκαταστρέφομαι
στις μοναχικές αρένες
φυλλοβόλων επιθυμιών
Υπονομεύω ζωή
για να καλοπιάσω τον θάνατο
Στο στόμα μου αθέατος κολυμπά
Φοβάμαι ότι μέσα μου θα πνιγεί
Kαι πως, αγαπημένε,
με νεκρολούλουδων ανάσα
θα σε φιλήσω;
II.
Όπως και να ντυθείς, Ερήμωση
Πάντα τον ίδιο αριθμό
θα έχεις στο μέτωπο χαραγμένο
Εφτά είναι οι δρόμοι
της σιωπηρής πορείας
και ένα ρούχο μόνο ταιριαστό
με το χρώμα των ματιών σου
III.
Θα ξεπλύνει, είπε,
τα δάχτυλα
απο μια και μόνο θύμηση
μα ξέχασε τη πόρτα ανοιχτή
απρόσκλητη κατέφτασε η επιθυμία
φονεύοντας με οργή όλες τις αποφάσεις
ΙV.
Για πόσο καιρό Αγωνία
τα χέρια μου θ’ αγκαλιάζουν ;
Απόκαμα, Κύριε,
τα δάνεια τους να εξοφλώ
Aισθημάτων πτώχευση κήρυξα
V.
Σήμερα είδα το φεγγάρι που έδυε
Δεν άντεξα, αγαπημένε
Λύγισα
Σε σκέφτηκα …
VI.
Ευτυχώς
που μόνο το γέλιο μου αγγίξατε
Δε θα επιθυμούσα
με το χάδι σας το κλάμα μου
να πληγώσετε
VII.
'Ολες τις προσευχές έσταξα
στο μέτωπο της λύπης σου
Καμιά δεν στάθηκε ικανή
το αίμα στα μάτια σου
να σφουγγίσει
Αιώνες πια νεκρός
κι ακόμα αιμορραγείς ...
VIII.
Μόνο αυτή τη πληγή φορεσιά έχω
Την κρέμασα έξω να στεγνώσει
μα πάλι η κλέφτρα θλίψη μου την πήρε
Και πως μέσα σου
ολόγυμνη τραυμάτων θα χαθώ;
ΙΧ.
Σήμερα
στο κρεβάτι της Περιφρόνησής σας
θα ξαπλώσω
Την τρυφερή απαξίωση
μάλλινη κουβέρτα θα σκεπαστώ
Αλλά σαν θα ξυπνήσω ...
'Οταν θα ξυπνήσω
από τον εφιάλτη
της Ενάρετης Σκέψης σας
θα έχω απελευθερωθεί
Χ.
Αν καταφέρω
τις δέκα πληγές μου
σωστά να επιδέσω
Αν μπορέσω στους δρόμους
να κυκλοφορήσω
χωρίς να σβήνω το τσιγάρο μου
στην αδιάκριτη παλάμη σας
Αν καταλάβω
τη χθεσινή ομιλία σας
περί "Φιλοσοφία της Ευδαιμονίας"
(είχαν τ'αυτιά μου ματώσει
από τα δακρυγόνα ξένης λύπης)
τότε θα σας ιστορήσω
πως απέκτησα
τη μια και μοναδική ουλή
που στα χείλη περήφανα φέρνω
H Ενδέκατη πληγή
Και πότε θα έβρισκες καιρό να μ’αγαπήσεις;
Όλη η ζωή μας
Ένας και μοναδικός χαιρετισμός
Όμως αμέτρητα τ’ αντίο
Στους συρμούς της απόγνωσης
αυτοκτονούσαμε τα θέλω
ανασταίνοντας τα Πρέπει και τα Όμορφα
Και εγώ αλόγιστα ξόδεψα τον χρόνο
προσπαθώντας να με αθωώσω
σε μάτια που κατάλευκα γεννήθηκαν
Με ξεβαμμένες ρώγες και μαραμένα στήθη
την Αφροδίτη απο την αρχή να πλάσω
Μόνο το χρώμα που έπρεπε
το στόμα μου να βάψω
επέμενες να μου δωρίσεις
Ποτέ δεν διευκρίνισες
ποιά όφειλα εντός χειλιών να είμαι
Παρά μόνο άρωμα γυναίκας με κατέδωσες
Και στο τέλος
Θηλυκό ευρείας κατανάλωσης με ενοχοποίησες
Σημείωση
Πόσο το πρόσωπο να γυμνώσω
για να καταφέρετε
πίσω απο αυτό να δείτε;
Μαρία Ροδοπούλου