Δράττοντας την ευκαιρία περί αναφοράς της λέξης δυστυχία, την
οποία συναντώ συχνά,
μπορώ με βεβαιότητα πλέον να πω ότι η πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται στο
λεξικό.
Καταλαβαίνω την προσπάθεια έκφρασης τόσο όσο κατανοώ και τον καταδικασμένο
σε θάνατο που ελπίζει σε ένα θαύμα. Η γλώσσα γίνεται φορέας μετάδοσης
παραποιημένων εννοιών
και η ηλεκτρονική πένα βρίσκεται σε μόνιμη πρεμιέρα παρακμής.
Υπάρχει μια ιλαρότητα στην κατασκήνωση της εικονικής κατάθλιψης
η οποία όμως είναι ανίκανη να με κάνει έστω να χαμογελάσω ή ακόμα καλύτερα
να δακρύσω. Ακόμα και μια ενόχληση θα ήταν προτιμότερη από την αδιαφορία που
ξεχύνεται από τους πόρους της ύπαρξης. Διακινδυνεύοντας μια εξήγηση θα έλεγα
ότι στην απάθεια κρύβεται η δυστυχία.
Καρέ-καρέ περνά από μπροστά μου το κιτρινωπό σώμα του ποταμού
ο οποίος στον βυθό του κρύβει μόνο λάσπη. Ούτε θεριά ούτε ναυάγια μήτε
ανεκπλήρωτους έρωτες. «είμαι τόσο λυπημένος, είμαι ερωτευμένος…» γράφει
κάποιος.
Ας μην το έγραφε καν θα μου αρκούσε να το πίστευε.
Τίποτα λοιπόν τόσο ρομαντικό ή τρομακτικά ρομαντικό ή έστω διαφορετικό.
Κάτι να σπάει την ανία της φρίκης, να εξαγνίζει τα ρο των λέξεων.
Όμως οι ασήμαντες ανακοινώσεις φοράνε βαρύγδουπες λέξεις. Προφανώς διότι ζούμε
σε μια ασήμαντη διάσταση του κόσμου. Ατυχία κι αυτή. Να γεννιέσαι σε λάθος
πλευρά πραγματικότητας
και να έχεις την ανάγκη να σου καθορίζουν οι άλλοι τ'ασήμαντά σου και να σε
πείθουν ότι όντως είναι σημαντικά.
Δεν υπάρχει αποκάλυψη επιθυμίας και βέβαια ούτε καν εκπλήρωση ονειρώξεων. Το
πραγματικό ντέρμπι μεταξύ εφιάλτη και εφιαλτικής πραγματικότητας βρίσκεται στο
βάρος του καλαθιού που κρατά ο καθένας από τους μονομάχους.Και αν με ρωτήσετε
ποιος είναι ο Γολιάθ και ποιος ο Δαυίδ, θα σας πω ότι τους μύθους θα'πρεπε να
τους παίρνετε γι αυτό ακριβώς που είναι. Μύθος.
Και βέβαια μπορώ από τώρα να φέρω αντιρρήσεις σε μένα χωρίς να περιμένω
κάποιον άλλον. Αλλά η αγαπημένη μου γεύση ήταν πάντα το πιάτο που ήταν γεμάτο
με τις διαφωνίες των άλλων. Εξάλλου εγώ και εγώ πάντα είμαστε σε διαμάχη. Με
ξυρισμένα τα φρύδια από προσδοκίες και τα μαλλιά πεσμένα πάντα εις ένδειξη
αόριστου και γενικού πένθους.
Κάπου υπάρχει ένας ετοιμοθάνατος που η μοναδική του πάλη είναι το πλευρό που θα
τον πείσει
να αποκοιμηθεί για πάντα. Δεν θέλει ούτε ανάσκελα ούτε μπρούμυτα. Όλη του τη
ζωή εξάλλου μία από τις δύο στάσεις τηρούσε.
Με αυτά κι εκείνα απλά περνάει αναποφάσιστος τον ελάχιστο χρόνο του, μέχρι που
κάποιος άλλος αποφασίζει για εκείνον. "Μέχρι να καταλάβω πως ήθελα να
πεθάνω, ήταν ήδη πολύ αργά", γράφει η επιγραφή στο μνημείο της αιώνιας
βλακείας του.
Τέλος η ερμηνεία της ψυχικής κατάστασης και όχι της διασυρόμενης λέξης
αφήνεται στον οριστικό Θεραπευτή με το πιστοποιητικό γνήσιας διαγραφής.
Εκείνος ξέρει να παύει τις λανθασμένες ‘μεταφράσεις’ , τα κείμενα περί
ευκαιριών, πετάει τις μπανανόφλουδες και τις μολυσμένες απόπειρες ίασης στην
άκρη ίσως χαμογελώντας ίσως κλαίγοντας. Ελπίζω όχι αδιαφορώντας. Ως
καταδικασμένη πάντα ελπίζω στο θαύμα, χωρίς όμως να πιστεύω σ'αυτό.
Μαρία Ροδοπούλου