Κι όταν έρχονται
πρώτα τα παιδιά σκοτώνουν
πρώτα τα παιδιά σκοτώνουν
πως τα θεριά δεν έχουν όνομα
ή πως κάποτε
τα ξορκίζανε με παραμύθια
που έπασχαν απ’ αφλογιστία
κι όλοι οι ήρωες
ας γελάσω ανάμεσα στα ποτάμια αίματος
εδώ και μέρες δροσίζουνε την φρίκη
στην πραγματικότητα μέθυσοι
που μόνο γόνατα είχαν γδάρει
στις παραμεθόριες αυταπάτες τους
Με ματωμένα φρύδια
και σκισμένη ρεντιγκότα
στάθηκε η πλήξη πάνω
από νεκρής προφητείας γιο
δεν δέχονται πια
ξέρεις
τα μάρμαρα πεσμένους
τους ξαναβάζει όπως-όπως
στην μήτρα του
το σάπιο τραγούδι
σκάβεις οργή
φυτρώνει λύσσα
Κι όλα τριγύρω μου
μικραίνουν
κονταίνουν
γίνονται μικροσκοπικά
Οι μόνοι που ψηλώνουν
είναι οι νεκροί
μωρό μου»
μουρμούρισε τρυφερά
κι έμπηξε το μαχαίρι στο παιδικό αυτί
Μαρία Ροδοπούλου