Le savon s’effondre
Et sur le sol tu tends ta passion
cachee des preservatifs non uses
on renvoie les inutiles
~Xavier ~
I.
Heavy metal λέξεις
στο άκρον άωτον της σιωπής
Ανεξέλεγκτες μουτζούρες
στο πέρα δώθε
αποδημητικών ακροατών
Αχ και να 'ξερα να γράφω
Να δεις τι μετανάστη
πυρετό θα σου 'στελνα
II.
Κι αν στο θάνατο αφέθηκα
είναι γιατί
στο πλάι σου προσπάθησα
ν’ αναπνεύσω
Σαν τον τρελλό
που με το ζόρι κρατιόταν
απο το περβάζι του ισογείου
Φοβόταν μη τυχόν
πιο κάτω πέσει
Αλλά είμαι υπομονετική
Κάποτε μόνος σου
θα γκρεμιστείς
- παλιό τούβλο
απ’ την ανάγκη διαβρωμένo -
Είναι το χώμα πεινασμένο
και το στόμα άνεργο πολύ καιρό
III.
Στο δωμάτιο υπηρεσίας
σε πολυτελές ξενοδοχείο της Βάρκιζας
Παράνομες καμαριέρες,
βιάστριες κατ’ εξακολούθηση
πουπουλένιων μαξιλαριών,
τακτοποιούν πολυτελείς αποσκευές
με χέρια που χωρίς δάχτυλα
θωπεύουν γδαρμένους γλουτούς
χρυσώνουν το χάπι του εφιάλτη
και ράβουν κομμένους καρπούς
με επιβλητικές προσευχές
των μόδιστρων του θεού
κι ας λένε απο την υποδοχή
ότι φταίει η στενότητα του χώρου
αχαλίνωτες
εικονικές καταστάσεις
στα κόκκινα ξενοδοχεία
της εξώγαμης φαντασίας μου
να σας κρατήσω ένα τρίκλινο ;
IV.
Φτύνω τα χρυσά νούμεραΣτις μικρές αθέατες ατζέντες
Τις συμφωνίες
στις στρογγυλές σουίτες
του παρθενικού πολιτισμού
Αναιρώ ιλαροτραγωδίες
νεκρών φασιστών
Μόνιμος τρωγλοδύτης
της μεταδοτικής αλαζονείας
του σάλιου σας
αποφάσισα να είμαι
Mais quand tu decideras de voler
Rapelles moi de t’offrir un Hollandais
~Xavier~
Μαρία Ροδοπούλου