Τουλάχιστον υπήρχε ο φεγγίτης
Κάποτε την κοιτούσε
σαν μονόφθαλμο τέρας
άλλες φορές δάκρυζε για ‘κείνη
θλιμμένη ανάπηρη Μαντόνα
Άσπριζαν τα δάκτυλα
οι κόμποι τους
βότσαλα ξεπλυμένα
χωρίς αποτυπώματα
Η ομορφιά είναι
ό, τι δεν έχουν τα χέρια μου αγγίξει
Εδώ υπάρχει πάντα νηνεμία
Δεν έχουμε ανάγκη από κυματοθραύστες
Απλώνομαι
λάδι στο νερό τους
Μουχλιάζω επικίνδυνα μεταξύ των παραλληλισμών
Εκείνη μεγαλώνει μακριά από καθρέφτες
Κολυμπάει σε χωράφια γεμάτα στάχυα
Ούτε στα όνειρα
δεν περπατά
Οι πατούσες της πληγώνουν το σπίτι
Στρέφει το βλέμμα
Κάτι κοκκινίζει άσχημα
Μην κλαις, Μαρία
Ποτέ δεν είναι αργά ποτέ δεν είναι νωρίς
Ο μικρός μοχθηρός εαυτός μου ανάσκελα περιμένει
Το παιδί στέκεται στην άκρη του κρεβατιού
Σαπίζει μόνο του
όπως η μητέρα κάθε που ετοίμαζε φαγητό
Κοίταζε τον μοναδικό φεγγίτη
Κάποτε την κοιτούσε σαν μονόφθαλμο όνειρο
άλλες φορές έκλαιγε για χάρη της
θλιμμένη μισότυφλη Παναγία
Μην κλαις, Μαρία
ντυμένη από την κορφή ως τα νύχια προορισμό
θα μπω στην Ιερουσαλήμ τους
Περπατώντας γυναίκα
θα τάξω στους ναούς τα λέπια μου
Μαρία Ροδοπούλου
"Είμαι Πολλές" Ιδεόγραμμα 2013