30 Δεκ 2018

1η μέρα Κατολίσθησης


Τόσους ωκεανούς
επώνυμου τρόμου
διέσχισα
για να καταλήξω στην φρίκη
του Κανένα








Έλαμπε ανύποπτη η μέρα
ή, απλώς, είχε αποφασίσει
την ανήξερη να υποδυθεί

τα παιδιά έστεκαν στον δρόμο
με το βάρος μας στους εύθραυστους ώμους
εκτός από ένα
ανυπάκουο χόρευε το τέλος
στο πέτρινο πεζοδρόμιο
πάνω σ ‘ ένα συφοριασμένο πατίνι

όλοι εμείς βράζαμε
την αναμονή σε ένα ηλεκτρικό μπρίκι

κανείς δεν είδε τις φλέβες
που ξάφνου σκουλήκια γέμισαν
ούτε ένας μικρός χρησμός
δεν παρενέβη
κι όλες οι προφητείες
κούρνιασαν μαστουρωμένες
στο τριχωτό στόμα
ενός κατώτερου διαβολάκου

με τα μάτια στραμμένα στον υπόνομο
λάβαμε το «χρίσμα»

κι εκείνη
χαϊδεύοντας την τρυφερή κοιλιά
νεκρού αγοριού
στην σοφίτα ανέβηκε

μετέωρη
στείρα
τρελαμένη της προσμονής

ποιος τώρα θα βυζαίνει
το αίμα
που τρέχει από τα χείλη

ακόμα κι η δυστυχία
περνάει από έλεγχο
στα πορθμεία του θανάτου

εκείνη
δεν επιλέγει ν’ ακολουθήσει  
όσο ακόμα πρόσημο
έχουνε οι μέρες

Χειρότερο από το μίσος
είναι ο οίκτος
σκέφτηκε
τραβώντας το παραβάν του πόνου

Εξάλλου
τόσους λυγμούς ίσαμε τώρα άντεξε...



Μαρία Ροδοπούλου


Υ.Γ.

Ευχή για το 2019...

Μακριά από εμάς η φρίκη
ο τρόμος
κι οι λυγμοί...

Είθε να είστε όλοι καλά




12 Δεκ 2018

Η Ιουλιέττα ακόμα ζει



Καληνύχτα σας, είπε η Ιουλιέττα,
σβήνοντας το φως στα μάτια του Ρωμαίου

6 Δεκ 2018

2η μέρα κατολίσθησης

Με άδειο γεμιστήρα
παρέδωσε η μοίρα
τ’ όνειρο


Σαστισμένη
άνοιξε τα χέρια διάπλατα
σφηκοφωλιά το μελίσσι
καινούργια φορεσιά ο κόσμος
μαζί της έφερε δώρο
παγωνιά
όλα λιώνουν
σ’ έναν της φρίκης οργασμό
ψηλή 
ευθυτενής
με εξημερωμένη πείνα
κι έρωτες τακτοποιημένους

~ κοιμήθηκαν τα παιδιά
ας πλαγιάσει κι ο πόνος ~

κι ο θάνατος
απόμακρος
κολλημένος στα γερασμένα στήθη
του μέλλοντος

Ρουφάει μέλλον για να σκοτώσει το παρόν

γυναίκα σε τιμή ευκαιρίας
στο παζάρι της ευδαιμονίας

έτοιμη για θερισμό
ανίδεη του πόνου
όπως ένα αδέσποτο σκυλί
τριγυρνά κάτω από την βροχή
με την ανάγκη
στα ματωμένα πέλματα

και ξάφνου
άοπλο σέρνεται
μουσκεμένος αμνός
πάνω στα έρημα στήθη

έχει μείνει μισό μπουκάλι λήθη
στο χαλασμένο από χθες ψυγείο

μονορούφι  θα κατεβάσει
τις μνήμες
κι ας ξέρει ότι σακάτισσα
θα ξυπνήσει στον τρόμο

Εξάλλου η φρίκη
λατρεύει τους ταπεινούς


Υπομονή
κοντεύουμε στην πίκρα



Μαρία Ροδοπούλου




1 Δεκ 2018

3η μέρα κατολίσθησης



Βαραίνει η μοίρα μας
προγνώσεις




Τα χέρια της λύνονται
στο ύψος των ματιών τους
Άλαλη μπροστά στην πείνα
Πάει καιρός που οι πορτοκαλιές ανθίσανε
αλλά το άρωμα δεν φτάνει ίσαμε εκεί
η χίμαιρα όλο και πιο δυνατή
τις ελάχιστες πια μυρουδιές
τσακώνει
τις σαβανώνει
κι ελεύθερες τις αμολάει στον κόσμο
αλλά δεν έχει χρώμα το νεκρικό σεντόνι
ούτε καρπούς προσφέρει
Διάτρητο φέρεται
στους άδειους δρόμους
κι ό, τι με χάρη στον κόσμο ερχόταν
νωχελικά δίδεται στο σκότος

Πάνε μέρες πια
που το χάσμα μεγαλώνει
Ό, τι νέο γέρασε
κι ό, τι καινούριο εφθάρη
κι εκείνη τις ώρες γδέρνει
χαρίζοντας άλλοθι στην ελπίδα
Λες κι η απατηλή ομορφιά της
ξάφνου θ’ αποκτήσει σχήμα…

Ύστερα
πολύ ύστερα
την στέρηση θ’ αναπολήσει
Κι ό, τι γύρω της φορούσε ψεύδος

γυμνό θα κατεβάσει την αυλαία






Μαρία Ροδοπούλου







29 Νοε 2018

Τετράγωνη ή στρογγυλή η αλήθεια;



H αλήθεια πάντα έχει το μέγεθος του παντελονιού μας. Ούτε πολύ στενή ούτε πολύ φαρδιά. Την αγοράζουμε πάντα στο νούμερο που μας πρέπει για να αισθανόμαστε άνετα ...

“Ποτέ δεν πήρα προαγωγή. Δεν έγινα τρανταχτό ουσιαστικό. Ένα πέρα – δώθε αντωνυμιών ήμουν. Όταν έφτανα στο τελευταίο κεφάλαιο, αυτοκτονούσα στην ύστατη αυτοκρατορική περισπωμένη της ραχοκοκαλιάς τους. Η θηλιά ως ελάχιστη αμοιβή δινόταν στους μεταφορείς που γέμιζαν τις τρύπες με τα πεσμένα μάτια μου. Με την σεμνότητά μου τάιζαν αδέσποτα, λιμασμένα πρόσωπα. Και έτσι κατάντησα να παίζω σαξόφωνο στα σαγόνια που βρωμοκοπούν ανεπάρκεια» είπε στον μίμο που είχε απλώσει το καπέλο του απαιτώντας κι εκείνος το αντίτιμο της ακρόασης.
«Εγώ, της είπε μια γυναίκα από το πλήθος γλείφοντας το make up του μίμου, αρκέστηκα στο να ξεκληρίζω όλα τα θαμμένα. Μετά διαμαρτύρομαι έντονα για την χρωματιστή γλώσσα μου που παθαίνει κλειστοφοβία μόλις κοιτάζεται στον καθρέφτη. Αλλά τουλάχιστον με ανακουφίζει η κατάργηση των διάσημων απορρήτων. Κι ας φαίνομαι στο στόμα τους παραγινωμένη γόμα. Κάποτε βέβαια πρέπει να λύω τις ανισώσεις και έτσι αναγκάζομαι να συμμετέχω στα παιγνίδια μπόουλινγκ που διοργανώνουν. Ως κορίνα.»
Μια άλλη που κουβαλούσε στα χέρια μαξιλάρια μονολογούσε γαργαλώντας με ένα φτερό πουπουλένιο τις πατούσες μιας περαστικής σαύρας που έκπληκτη παρακολουθούσε τα περιθωριακά πλευρά του κόσμου να μιλούν.
«Μνήσθητι κύριε έλεγε με την διχαλωτή σκέψη της. Δεν ήξερα πως και τα τυχαίως γεννηθέντα ουσιαστικά έχουνε φωνή»
«Εγώ δεν κοιμάμαι ποτέ χωρίς τα μαξιλάρια μου. Τρία κάτω από την ευθύνη για να μην την πιάνει ο λαιμός της. Δύο στην συνείδηση για να μένει επίπεδη και να μην παχαίνει από ύποπτες ενδείξεις. Ένα στην μέση των ελπίδων για να μην κοψομεσιάζονται από την αναμονή. Και πάντα με τα πόδια ανασηκωμένα γιατί εκεί που έχουν φτάσει τ’ όνειρα κινδυνεύουν στο πάτωμα να σωριαστούν. Θα’ ναι ο θόρυβος μεγάλος και φοβάμαι μην τυχόν και το θαρρέψω για σημάδι αναχώρησης από την ανάσκελη θέση»
Αριστερά από τον μίμο και καθισμένη στο γρασίδι ήταν μια γκαστρωμένη έφηβος κοπέλα. Δίπλα της η μητέρα της που κάθε τόσο λίγωνε το αγέννητο με τα ταλαιπωρημένα απορρυπαντικά της χέρια ψιθύριζε
«Κάθε που φτάνω στον γκρεμό εκείνος με προσπερνάει και τα βράδια σιδερώνω επιμελώς τις καινούριες ενοχές που θα φορέσω το πρωί. Αλλά δεν αντέχω και λίγο πριν τα ξημερώματα τις δοκιμάζω όλες μία μία και το πρωί τσαλακωμένη συστήνομαι στην σφουγγαρίστρα»
Στεκόμουν στην άκρη κοιτώντας όλες αυτές τις γυναίκες που διαδήλωναν ενάντια στον ατάραχο μίμο. Οι τιράντες του είχαν αρχίσει να χαλαρώνουν και η μέχρι τότε επίπεδη κοιλιά του φούσκωνε επικίνδυνα. Ο αγαπημένος μου είχε κουλουριαστεί στα πόδια μου και ξέπλενε τις πληγές με τους λυγμούς του. Δεν ξέρω γιατί αλλά σκέφτηκα το αερόστατο. Έβαλα το χέρι στην τσέπη και έβγαλα την ζωγραφιά. Ένα μεγάλο μαύρο αερόστατο με το σχοινί του δεμένο στην άκρη όπου τελείωνε η αλαφιασμένη γη – γιατί αν ακόμα θαρρείτε πως είναι στρογγυλή λυπάμαι αλλά σας δίδαξαν μόνο την μία αλήθεια, τις άλλες τις έκρυψαν στο αιδοίο της πόρνης που απαλύνει τον στρογγυλό πόνο τους. Τι αλαζονεία και τούτη. Ανακύκλωση του ίδιου πόνου με διαφορετικές γκριμάτσες θλίψης – περίμενε υπομονετικά.
Σήκωσα βιαστικά τον ερωμένο μου, πέταξα τον αγκώνα της παραίτησης που τον ενοχλούσε στις μασχάλες και μετά επιβιβαστήκαμε στην μαύρη έξοδο. Με έναν λυγμό του, έκοψα το σκοινί και καθώς άνεμος συνένοχος μας παρέσυρε μακριά, παρακολουθούσα με λύπη όλες τις γυναίκες να πέφτουν στο καπέλο του μίμου.
Τελευταίος μπήκε ο ίδιος με την χοντρή κοιλιά του να κλείνει ερμητικά το μοναδικό άνοιγμα.


Μαρία Ροδοπούλου

Sterile Mind


Like a child upon a snail
a purple fly rides a nail
Like a house without a roof
why you always seek a proof?

Like a sea full of pines
A dream unfold, no need of lies
Like the eyes of a dead fish
the snake got its wish

Like the tail of a smelly rat
the rabbit ate magician’s hat
Like a heaven without a handle
a strange world under heavy mantle

Like a cloud drop from the sky
 a beast wears a velvet tie
The storm of wonders is nearby

But

you still have your face
       as blank as empty space
        bound to earth sterile mind
secure and tight

alas,
full of stage fright …


Maria Rodopoulou

30 Οκτ 2018

Ο μύκητας του συμβιβασμού

Κι έρχονται φορές
που η πέτρα ματώνει στην ατσαλένια χούφτα
η ανιαρή προσδοκία της μετριότητας
καλύπτει σαν μούχλα τα πρόσωπα
τρώει τα πάντα
ο μύκητας του συμβιβασμού

απέναντι από τον τρίτο όροφο
όπου διαμένει η μοχθηρία
μια νοικοκυρά τινάζει ξανά και ξανά
τα μολυσμένα όνειρα
που άφησε ο χθεσινοβραδινός επισκέπτης
κι ένας γέρος σ’ αναπηρικό καρότσι
ατενίζει από το μπαλκόνι του διπλανού διαμερίσματος
την κιλότα λιγδερής ανακωχής
με το σάλιο να τρέχει στον ανήμπορο ανδρισμό του

Κάποτε θα πεθάνουμε
μέχρι τότε θα ξεψυχούμε
σκέφτηκε η ένοικος
αυτοσαρκαζόμενη
αλλά μην την ακούτε αυτήν
ενίοτε βγαίνει στο βρώμικο μπαλκόνι
και κάνει μπανιστήρι
σ’ εκείνα που δεν αντέχει ν’ αγγίξει
μετά ποτίζει τις μαργαρίτες
στην ξεθωριασμένη ταπετσαρία
του λουτρού της

όλα καλά
μια μέρα την φορά
μια μαργαρίτα το πότισμα


όλοι μας νότες
στο βαρετό πεντάγραμμο της παραίτησης

Μαρία Ροδοπούλου

17 Οκτ 2018

4η ημέρα κατολίσθησης


Κάποτε
θ’ αποσώσουν  τα κτήνη  να ικετεύουν
κι η λιγοστή σάρκα

απομεινάρι  θλιβερό
μοναδικό στολίδι
 στα ξεγυμνωμένα σωθικά του άλλοτε

θα λιώσει
άχρηστη κοπριά σε καμένο χώμα

κι οι προφητείες
χλωμά φαντάσματα
που ξεθωριάζουν στα πεθαμένα σπίτια
αγκαλιά με τις παραδουλεύτρες του θανάτου
με τις  φλογισμένες γλώσσες
και τα κίτρινα μάτια

θα διεκδικήσουν ξανά την θέση τους
ανάμεσα στις αδέξιες βελονιές
του παλιού μπαλώματος  
που έκλεινε την τρύπα στο φθαρμένο παλτό της
όπως η ελπίδα βούλωνε κάποιες φορές
άκομψα και προσωρινά
την  ευδιάκριτη διαρροή της βρόμας του κενού

αλλά εκείνη δεν έζησε αλλού
παρά μονάχα στα θολά
αδιευκρίνιστα
σαρκοβόρα
σύνορα
του τρόμου και του ονείρου

μόνο όταν ακίνητη στεκόταν
τα φιμωμένα χέρια της
μύριζαν της θάλασσας την αρμύρα
και το μόνο που ποθούσε

ήταν να βάλει φωτιά
να κάψει
να κάνει στάχτη

εκείνο τον αφρό που άφηνε η παλίρροια
στις μαύρες αμμουδιές της
έβγαζε γλώσσα στα μπαλώματα
και σήκωνε κοροϊδευτικά τα φρύδια
στα σκυλιά που είχαν μαζευτεί
στο υπόγειο του θεού της

εκεί που κάποτε έπαιζε κρυφτό
αλλά κανείς ποτέ δεν την βρήκε
έτσι ένα βράδυ κλείδωσε την πόρτα
πέταξε το κλειδί στ’ αστέρια
και γύρισε την πλάτη στα πουλιά
που έφευγαν γιατί ερχόταν ο χειμώνας

και τι δεν θα έδινε
μονάχα για μια φορά
να δει τον ήλιο ν’ αυτοκτονεί
στης θάλασσας τον ορίζοντα

χωρίς να νιώθει απέραντη φρίκη
για όλα εκείνα που δεν έχουν ακόμα γίνει

αργά χθες βράδυ ξεψύχησε και το τελευταίο όνειρο
έγραψε με ένα μικρό μολύβι
πάνω στο λείο μέτωπο
ανέκφραστου κοριτσιού




Μαρία Ροδοπούλου


Dark Virtual Poetry

Dark Virtual Poetry σημαίνει αποκάλυψη της Σκοτεινής Ανθρώπινης Πλευράς. Δεν στοχεύει στην Εσταύρωση Πιστεύω ούτε στη γελοιοποίηση Ηθών. Δεν υποκύπτει όμως στους συντηρητικούς ευνούχους, αξιολύπητα τέκνα μιας ανέραστης, νεκρής κοινωνίας. Δεν διαφημίζει , δεν ψάχνει για οπαδούς. Ίσα Ίσα τους απεχθάνεται . Ενδιαφέρεται Μόνο για αληθινούς φίλους αναγνώστες. Σκοπός της Μαρίας Ρ. η Απομυθοποίηση Ανθρώπων και Θεών.Δεν υπάρχει προορισμός και οι διαδρομές είναι ασχημάτιστες.

Η Γη πυρπολείται απο υπ-ανθρώπους αλλά εμείς ακόμα υπάρχουμε και κανείς δεν μπορεί να μας στερήσει τη ξιφολόγχη των λέξεων

Αλλά πάντα
υπάρχει το αύριο
που γεννά νέες προσδοκίες
νέα αινίγματα
νέα θαύματα

Σήμερα θ’ αρκεστούμε
στη σιωπή


Μ.Ρ
Οι υποτελείς μέρες
σπαταλώνται άνετα
στην αυτοτελή μας δυστυχία
καθώς τρέφονται
τα γύφτικα ερπετά
απ'την αυτάρκεια
του πόνου μας


Μ.Ρ.

Alex Papadiamantis

Blog Archive