Ι.
Με τον αριστερό καρπό τακτοποιημένο
ακατάστατο ουρανό σου γνέφω
Όμως το πρόσωπο συνέχεια δραπετεύει
προς την πλευρά που στα κρυφά επιθυμεί
Κι όλοι οι Δούρειοι Ίπποι χρησιμοποιημένοι
Παρελθόν ασφυκτικά γεμάτο περιφρουρούν
Στα λουδοβίκεια παλάτια μου
αγκυροβολημένες μάχες
για χαμένες πολιορκίες καμαρώνουν
Καιροί Φονιάδες επικηρύξαν τις προθέσεις
Αλλά κανείς δεν μπορεί να βρει τα φυγόδικα όνειρα
Μεταμφιεσμένα κρύβονται
Σε νοικοκυρεμένα βράχια κρατούν ομπρέλλα
μην τυχόν χρώμα ακίνδυνο τ’ αγγίξει
Μέσα στους βιομηχανοποιημένους εφιάλτες
σιωπηλά γυμνάζουν την εκκωφαντική παλέτα τους
ΙΙ.
Ξυπόλητη αυτόχειρας νοσταλγίας
Δύσβατες μνήμες
πνίγω στης θάλασσας τ`αποσιωπητικά
Όσα κύματα δεν πρόφτασα ν`αγαπήσω
Όσα τρένα δίχως εμένα φύγανε
Τους βυθούς που αρνήθηκαν τα προσφυγικά μου όνειρα
Πόσα ναυάγια να θυμηθώ;
Στην πρύμνη τους
ήττας λάβαρο το άπειρο τιμόνι μου
Κι όλο απολογούμαι στα δίσεκτα δωμάτια
Απόμακρες οι πόρτες
βγάζουν γλώσσα στην δειλία μου
Πως θα διεκδικήσω θέση
με λειψές μερίδες αναμνήσεων;
Κανείς δεν δίνει αμνηστία
στα καταζητούμενα απραγματοποίητά μου
ΙΙΙ.
Και σου το είπα
Σταμάτα να μετράς τα ίδια όνειρα.
Μαρία Ροδοπούλου