Όνειρο έρχεσαι , αγαπημένε
Όμως εγώ είμαι νύχτα
Κι η θλίψη μου μεγάλη
Πώς θα με χωρέσεις
Άραγε θα με αναγνωρίσεις;
Ω , πόσο απέραντος μου μοιάζεις Άφταστος σαν ουρανός
άγνωστο χάδι μακρινό
Δεν μιλάς
Καταλαβαίνω
Μόνο να...
Και τι δεν θα έδινα
μέσα σου να κυλήσω
Αρκεί να ήμουνα νερό
Πάνω σου να κρατηθώ
φτάνει χέρια να είχα
Να σε φιλούσα, αγάπη μου,
αν χείλια είχαν απομείνει
στο ρημαγμένο πρόσωπο
Γιατί
δεν είμαι
δεν ήμουν
Δεν ξέρω αν ποτέ υπήρξα
Είμαι νύχτα λευκή
τα πάντα σβήνω
Μη με ακουμπάς, σου λέω
Πληγωμένο το κορμί
διάφανο από τον πόνο
Τι να σου προσφέρει
το σιδερένιο μου κρεβάτι
Άστρωτο είναι
λεκιάσαν τα λευκά σεντόνια
Κουρελιάστηκα
Φαντάσου
Κάποτε ήταν πρωί
ήταν μέρα
ηλιοβασίλεμα
και βράδιασμα της πίκρας
Μα τώρα
Τώρα
ποιός θα θελε να με τυλιχτεί
Ένα μικρό αχυρένιο κορίτσι
κρυμμένο πίσω
από κατάλευκα βλέφαρα
Ένα ένα τα βγάζω
αλλά πάλι αυτά φυτρώνουν
Να με κρύβουν, αγάπη μου
από το φως του Φεγγαριού
Γέμισε η έρημος φανοστάτες
όμως δεν έχω
που να ακουμπήσω τη λύπη μου
Με βαρέθηκε η μοναξιά
παρόλο που τις νύχτες σκοτώνω
ένα ένα τα ουρλιαχτά των αστεριών
Πεθαίνω ξανά και ξανά
στα συντρίμια τους
ή
κάποτε διηγούμαι παραμύθια
στις διψασμένες οχιές
αλλά αυτές φεύγουν βιαστικά
πριν φτάσω στο τέλος
γυρεύοντας κορμούς δέντρων
να μπήξουν
τα φαρμακερά τους δόντια
Μου αρνούνται το δηλητήριό τους
γιατί, λένε, πως έκρυψα την όαση
Που να’ ξεραν την αλήθεια
Αργότερα στρώνω αγκάθια
για προσκέφαλο
και μετρώ εφιάλτες
Πηδούν χαρούμενοι
πάνω στα φρύδια
Αυλάκια χαράζουν
στο μέτωπο με νύχια γαμψά
Όχι
όχι
δεν τους γυρεύω
Εκείνοι δεν με ξεχνούν
Γι’αυτό σου λέω
Μην περιμένεις να βρέξει
για να δακρύσω
Έμαθα να μη βρέχομαι
Ασύμφοροι ουρανοί
κρέμονται πάνω από το κεφάλι μου
και εγώ έμαθα να μιλώ μόνη μου
Τουλάχιστον ακούω την φωνή μου
Εσύ ακόμα είσαι μακριά
Τόσα γράμματα σου έστειλα
Δεν χόρτασες απουσίες;
Όμως θα το αντέξω κι αυτό
Θυμάσαι τι σου είπα στην αρχή;
Νύχτα Λευκή είμαι, αγαπημένε
Τα πάντα σβήνω
Μαρία Ροδοπούλου